Το συμπέρασμα βγήκε αργά μεσημέρι,
θετική
βιοψία, σιωπούν οι γιατροί,
κάποιο
τρέμουλο ήδη το νοιώθω στο χέρι,
την
αλήθεια, τούς λέω, τη θέλω γυμνή.
Μασημένα
τα λόγια, συμπέρασμα ένα,
δύο
μήνες στο θάνατο αναβολή,
εμπειρίες
ετών και γνωστά δεδομένα,
έχω
μπρος μου εξήντα ημέρες ζωή.
Ο
γιατρός που ’χε πάντα στο βλέμμα γαλήνη,
στης
εξόδου την πόρτα μού είπε ρητά:
απ’
τη μια, λογική και ψυχρή επιστήμη,
απ’
την άλλη, ελπίδα. Αν θέλει, νικά.
Με
τις μέρες στην πλάτη, ξανά στο χωριό μου,
μυστικό
κρατημένο απ’ όλους μακριά,
την
απόφαση πήρα, το μέλλον δικό μου,
θα
παλέψω κι ας φαίνονται όλα κλειστά.
Της
αυγής πινελιές, των βουνών μου οι ήχοι
με καλέσαν εκεί στην κρυφή ρεματιά,
στους καλούς μου τους φίλους - τους ξέρουν οι στίχοι -
αρχηγός η γλυκιά τού ελάτου μιλιά.
Μες
στο θρόισμα ήρθε θερμός ο χρησμός του:
«Συ
ο ίδιος θα γίνεις δεινός ιατής,
μη
φοβάσαι, ευάλωτος είν’ ο εχθρός σου,
σύμμαχός
σου ο χρόνος, θα βγεις νικητής».
Μες
στης σκέψης το είναι τη θέληση ζεύω,
των
κυττάρων ζητώ την αρχαία ορμή,
σε σκοινί τεντωμένο το φόβο δεσμεύω,
στης
ελπίδας τη ρότα κρατώ τη ζωή.
Στο κορμί συσσωρεύεται δύναμη άλλη,
τα ποικίλα εμπόδια τα ξεπερνά,
αρωγός διαρκής στην αμείωτη πάλη.
Κι ένα
σφρίγος πρωτόγνωρο με διαπερνά.
Κάποιες νύχτες που φέρνουνε υποχωρήσεις
με πικρές εικασίες, ορμήνιες κακές,
η Κλωθώ παρεμβαίνει και δίνει τις λύσεις·
τις βαριές εκδοχές τις γυρνά σε ευχές.
Αργοφεύγουν
και σβήνουν οι κρίσιμες μέρες,
συνεχίζω
της σκέψης τη μάχη εντός.
Σαν
καράβι που βγαίνει γερό απ’ τις ξέρες,
στην
πορεία μου σύμμαχος πρίμος καιρός.
Δεκαεννιά
πλέον έχουνε γίνει οι μήνες,
απορούν
και θαυμάζουν οι ίδιοι γιατροί,
καθαρές
εξετάσεις, μηδέν οι οδύνες,
μου γελάει το μέλλον στη νέα αρχή.
Στης
ζωής μου το άτι γερά κρατημένος,
με
της σκέψης τη δύναμη μακροθωρώ,
από άχθος δυσώνυμο απαλλαγμένος.
Όλα
όμορφα γύρω. Στη ζήση γυρνώ.
Στίχοι αφιερωμένοι στον συνάδελφο Σ.Δ.