Ως υπάλληλος γραφείου είμαι μισθωτός,
έφτασα εξηνταδύο, χρόνος αρκετός,
σίγουρος για τη δουλειά μου, σίγουρος μισθός.
Το συμμαθητή μου βλέπω που ’γινε βοσκός,
δίχως να ’χει το μισθό του έζησε κι αυτός.
Έφαγε βροχές και χιόνια, μες στις ερημιές,
έμεινε μακριά απ’ τον κόσμο, έχασε γιορτές.
Δίχως να ’χει τμηματάρχες και διευθυντές,
υποθέσεις, αναθέσεις και προαγωγές,
χόρτασε ουράνια τόξα μες στις εξοχές.
Σε πλαγιές και σε αυχένες και σε στενωπούς,
έχυσε πολύν ιδρώτα όλους τους καιρούς.
Με τις χούφτες ήπιε κρύο καθαρό νερό,
χάρηκε το φως του ήλιου πάνω στο βουνό,
γλίτωσε λεωφορεία, μπλόκα και μετρό.
Κάθε μέρα στην τρεχάλα, κόπος διαρκής.
Νύχτες κάτω από τ’ άστρα, ύπνος ελαφρύς,
το πρωί αγώνας νέος δύσκολης ζωής,
κάπου-κάπου η φλογέρα με γλυκούς σκοπούς
έφερνε ισορροπία στους συλλογισμούς.
Έξω από τις πολιτείες έχασε μικρά.
Έξω από τις πολιτείες κέρδισε πολλά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου