Στάθηκε
μπρος μου, χαμογελούσε
και
με εξέταζε προσεκτικά,
μόνο
με κοίταζε και δε μιλούσε,
ώριμη
πάνω της η ομορφιά.
Κάποιο
ανέμισμα στ’ άσπρα μαλλιά της,
και
οι πτυχές στο λευκό της λαιμό
δεν
πολεμούσανε την ομορφιά της,
ήταν
το πρόσωπο τόσο γλυκό.
Όπως
τρεμόπαιξε τα βλέφαρά της,
έλαμψε
ξάφνου εικόνα παλιά,
πλάσμα
πανέμορφο ήρθε μπροστά μου,
ένα
κορίτσι με μαύρα μαλλιά.
Ήταν
η Αννούλα μου, το ίνδαλμά μου,
κείνος
ο έρωτας ο παιδικός,
τότε
που είχε κοπεί η μιλιά μου,
κι
ας ήμουν τόσο, μα τόσο μικρός.
Δώδεκα είχαμε μονάχα χρόνια,
όταν
την είδα για πρώτη φορά,
σαν
κεραυνός σε απρόσμενη ώρα,
λες
κι αναπήδησε όλη η καρδιά.
Κύλησαν
κιόλας πενήντα μας χρόνια,
πού η Αννούλα μου τόσον καιρό,
πώς
δε βρεθήκαμε πριν απ’ τα χιόνια,
πώς
το αφήσαμε έτσι αυτό;
Τώρα
ξανά η καρδιά πλημμυρίζει,
μ’
ό,τι κοιμότανε μες στον καιρό,
μια
ευτυχία γλυκά με κεντρίζει,
τώρα με κάνει η ζωή τυχερό.
Όμοια
ξανάπαιξε τα βλέφαρά της,
άστραψε
πάλι βαθιά ομορφιά,
και
φιληθήκαμε στόμα με στόμα,
άπειρη
μέσα στα δάκρυα χαρά.
Ήταν
τ’ αγκάλιασμα μια αρμονία,
σαν
ένα σώμα με μία καρδιά,
ήταν
ανείπωτη ευδαιμονία,
τόσο
μεγάλη για πρώτη φορά.
Τώρα
κρατούσα τα δυο της τα χέρια,
και
την κοιτούσα με μάτια θολά,
όμοια
και κείνη με τόση λατρεία,
και
με τα δάκρυα ήταν θεά.
Άλαλοι
μείναμε ώρα πιασμένοι,
μόνο
τα μάτια μας είχαν φωνή,
άμεσα
σβήστηκαν πενήντα χρόνια,
τώρα,
για μας, ξεκινούσε η ζωή.
Τώρα,
ν’ αρχίσουμε είπαν τα μάτια,
τώρα,
οι δυο μας να πάμε μαζί,
τώρα,
ν’ ανέβουμε τα σκαλοπάτια,
τώρα,
για πάντα μιαν άλλη ζωή.
Ήρθε
η φωνή απ’ τα μάτια στα χείλια,
και
τα δυο στόματα είπαν μεμιάς:
βρήκαμε
πια την κρυμμένη ευτυχία,
όλος
ο χρόνος μας είναι για μας.
Και
πορευτήκαμε χέρι με χέρι,
σπάσαμε
όποια παλιά μας δεσμά,
έμοιαζε
όνειρο, ήταν αλήθεια,
είχαμε
πια τη ζωή μας μπροστά.
Τι όμορφη ιστορία!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπιτρέψτε μου να ξεκινήσω μ' αυτήν την συνεργασία μας!
http://stixo-mythia.blogspot.com/2012/03/blog-post_3921.html
Κελές εμπνεύσεις για την συνέχεια!