στην Δ.Κ.
Όταν με γνώρισες, όταν μ’ αγάπησες,
με παρομοίασες μ’ ένα βιβλίο,
που σε συνάρπασε καθώς το διάβαζες,
κι έλεγες είμαι για σένα σχολείο.
Μέρες και μήνες κυλούσαν πανέμορφα,
στίχους σού διάβαζα στο μαξιλάρι,
μέσα σε ρίμες και μέσα σε έμμετρα,
κι έλεγες «βάζω βαθμό εικοσάρι».
Τώρα που έμαθες μπόλικα γράμματα,
θέλεις ν’ αφήσεις αυτό το σχολείο,
κι αφού ξεθώριασαν ρίμες και πράγματα
βρήκες καινούριο ωραίο βιβλίο.
Νέα συγκίνηση, νέα αισθήματα,
άλλες σελίδες, μοντέρνες ιδέες,
πάλιωσαν λες τα δικά μου μαθήματα
κι επιζητάς περιπέτειες νέες.
Όμως κι εμένα με θέλεις στο ράφι σου
άβουλο πρόσχημα άλλων εθίμων,
άλλοθι άψυχο να ’ναι το χάδι σου
και στα αυτιά σου τραγούδια σειρήνων.
Φεύγει ο χρόνος, η ρίμα μου άφωνη,
άχθος αρούρης κοντεύω να γίνω,
τώρα στο ράφι σου σκόνη πια άφθονη
κι έχεις απαίτηση να παραμείνω.
Όμως τη σκόνη ποτέ δεν την άντεξα
και από πάνω μου πια την τινάζω,
ίσως να άργησα, ίσως παράβλεψα,
γι’ άλλο λιμάνι τη ρότα μου βάζω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου