Τετάρτη 9 Ιουλίου 2025

Συστηματική αλλοίωση

 
Φανερός εκβιασμός·
ανθρωπιστικός!
Βίαιος εποικισμός.

Ξένη σκοπιμότητα,
ντόπια αθωότητα.

Τώρα πλέον φανεροί
πληρωμένοι ανθρωπιστές
και δικαιωματιστές.

Και το κράτος θεατής,
ανικάνων πληρωτής,
διαρκείς αναβολές,
ψεύδη και αναστολές.

Δευτέρα 30 Ιουνίου 2025

Λατρεία, και μη

 
Καλά τα λίγα λόγια σου, καλή κι η αγκαλιά σου
και των χεριών το άγγιγμα καλό σαν τη μιλιά σου.
Ζητώ την παρουσία σου σαν βάλσαμο στον πόνο.
Πολλές ωραίες γύρω μου, μα εγώ εσένα μόνο.

Μπορεί ο λόγος σου ρηχός, δε βγαίνει απ’ την ψυχή σου,
τα μάτια σου ας μη μιλούν, μου φτάνει η μορφή σου.
Δεν έχω την απαίτηση και συ να με λατρεύεις,
μόνο να σ’ έχω δίπλα μου, ποτέ να μη μου φεύγεις.

Κι ας με κοιτάς λιγότερο απ’ όσο εγώ εσένα,
κι ας μη σκιρτάς στη θέρμη μου που καίει μόνο εμένα,
φτάνει να βλέπω πλάι μου τη σπάνια ομορφιά σου
κι ας είναι επιτήδευση κάποια γλυκόλογά σου!

        (Στη μνήμη τού καλοκάγαθου συναδέλφου που λάτρεψε
        τη συμβία του. Εκείνη πέρα από την ωραιότητά της δεν
        είχε να του προσφέρει τίποτα περισσότερο…)

Σάββατο 28 Ιουνίου 2025

Μικρό λαμόγιο απολογείται

 
Μόνο ένα διακοσάρι μπόρεσα και ξάφρισα, 
είμαι άτυχο λαμόγιο που νωρίς την πάτησα.
Τώρα με τις χειροπέδες χαίρεστε που βλέπετε,
όμως για την προσφορά μου τίποτα δεν ξέρετε.

Της κλοπής μου θα εκθέσω τα ευεργετήματα
κι ας τα πούνε, όσοι θέλουν, ευφυολογήματα.
Ας με καταγγείλουν κι άλλοι για αποκυήματα,
μόνο θέλω να προσέξουν τα επιχειρήματα.

Ένα χαμηλό σπιτάκι έχτισα στην κόρη μου,
κάπου εκατό χιλιάδες έριξα στην πόλη μου.
Οικοδόμοι και τεχνίτες – δέκα επαγγέλματα –
πληρωθήκαν τη δουλειά τους, δεν τους είπα ψέματα.

Διακοπές σε χωριουδάκια, αρκετά μου έξοδα,
χωρικοί απελπισμένοι είχαν κάποια έσοδα.
Έκανα κι ευεργεσίες σε φτωχά ιδρύματα
και ανήμπορων ανθρώπων έλυσα προβλήματα.

Τις διακόσιες χιλιαδούλες όλες τις δαπάνησα, 
μέσα σε τριάντα μήνες τίποτα δεν άφησα.
Έδωσα δουλειά σε κόσμο, πήραν τόσα χρήματα,
και το κράτος απ’ τους φόρους είχε εισοδήματα.

Οι μεγάλοι που το χρήμα το εξαφανίσανε,  
στα Καϊμάν και στις Σεϋχέλλες το εξασφαλίσανε,
άγνωστο πώς βρήκαν τρόπο και αθώοι κρίθηκαν,
από τις λαμογιολίστες μπόρεσαν και κρύφτηκαν.

Αθωώστε με και μένα που κινώ τα χρήματα,
τόσοι άνθρωποι στη χώρα είχαν ωφελήματα!

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2025

Νεφοεικόνες

 
Επίμονο το σύννεφο,              
ο ήλιος αγωνίζεται,                  
φυραίνει το σκοτάδι.                   

Θεσπέσια τα χρώματα
στης δύσης το συννέφιασμα·
πολύτιμο υφάδι.

Στα φορτισμένα σύννεφα
του Δία τα ξεσπάσματα·
το έλατο ρημάδι.

Χαμηλωμένο σύννεφο,
το ξέφωτο σκοτείνιασε·
γλυτώνει το ζαρκάδι.

Τραβήχτηκαν τα σύννεφα,
η βοσκοπούλα ήσυχη
στο πλούσιο λιβάδι.

Συννεφιασμένο πρόσωπο,
τα λόγια δίχως λύπηση
του άφησαν σημάδι.

Διαλύθηκαν τα σύννεφα,
λυμένη παρεξήγηση,
και βάλσαμο το χάδι.

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2025

Σε μια παλιά πολιτεία

 
Ο κυβερνήτης άθλιος, πολλοί ανεκτικότατοι,
η πολιτεία θλιβερή σε κρίση εντονότατη,
σε θέσεις διευθυντικές παρόντες βδελλοάχρηστοι,
σπανίως επιβίωναν κάποιοι θλιμμένοι άριστοι.

Ο κυβερνήτης προπετής, ξενοσυμφεροντόφιλος,
αδίστακτος και αλαζών, κακός, εξουσιόφιλος,  
θαρρούσε πως διηύθυνε ένα μικρό κατάστημα.
Κατάδηλα ανύπαρκτο το ηθικό του ανάστημα.

Ο κυβερνήτης ασφαλής με χίλιους δορυφόρους του,
κρατούσε μες στα ψέματα μυριάδες υπηκόους του.
Η παρακμή πρωτοφανής, οι γείτονες θρασύτατοι.
Οι προύχοντες αδιάφοροι, οι κίνδυνοι εγγύτατοι.

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2025

Το κίνητρο

 
Ολιγομίλητος ο Γιάννος,
το ύφος του συνεσταλμένο.
Απρόσεκτοι καθηγητές.
Και αρκετοί συμμαθητές
τον είχαν απαξιωμένο.

Το σύστημα παιδείας δεδομένο,                                 
αδιάφορο για κλίσεις μαθητών,
η διδακτέα και οι εξετάσεις
και το κυνήγι των καλών βαθμών.

Σε μια σχολή ο Γιάννος. Όπως κι άλλοι
συνέχισε ανώτερες σπουδές,
πιο βολική η Ιταλία,
και ήρθε πίσω με περγαμηνές.

Κατάφερε να μπει σε υπουργείο
με κάποιες εξετάσεις τυπικές.
Πολλοί οι επισκέπτες στο γραφείο,
οι γνωριμίες του σημαντικές.

– Σ’ αρέσει, Γιάννο, αυτή η εργασία;
– Το όνομά μου αρκετά γνωστό!
– Σ’ αρέσει, Γιάννο, αυτή η εργασία;
– Το πόστο μου απ’ όλους σεβαστό!

Δευτέρα 16 Ιουνίου 2025

Μετά το κάψιμο του χωριού 1944

 
Ασυννέφιαστη ήρθε η δεύτερη μέρα,
το χωριό μαυρισμένο στο άπλετο φως,
αραιοί απομένουν καπνοί στον αέρα,
του πολέμου ο νόμος αιώνες ωμός.

Των Βανδάλων απόγονοι, ανθρωποβόροι
τής αρίας φυλής, ιταμοί εμπρηστές,
και  μαζί τους δοσίλογοι πλιατσικοφόροι
σαν τις Άρπυιες μες στις φτωχές μας αυλές.

Πλυσταριά, αχυρώνες, σωσμένα στρωσίδια
της ανάγκης φιλόξενες τώρα φωλιές.
Oι γυναίκες επίμονες στ’ αποκαΐδια
πιατικά στραβωμένα μαζεύουν σκυφτές.

Στον αγώνα κι οι γέροντες ανασκαλίζουν
όποια σκεύη σπασμένα και πόρτες μισές,
για τις πρόχειρες στέγες οι άντρες φροντίζουν·
του καιρού δε θ’ αργήσουν υγρές απειλές.

Τα μικρά τραμπαλίζουν καμένα σανίδια,
μουντζουρώνουν τα δάχτυλα, βάφουν, γελούν,
των μεγάλων παιδιών τελειωμένα παιχνίδια,
των ωρίμων ευθύνες στους ώμους βαστούν.

Tα μαζεύουν οι ώρες, η μέρα μικραίνει,
οι γριές έχουν σκίσει το λίγο δαδί
και το σούρουπο πια στα ερείπια γέρνει.
Ξαφνικά στην πλατεία ακούνε βιολί.

«Ο Λαβάνης αρχίζει γνωστά του αστεία»,
οι μεγάλοι τον ξέρουν και κάποιοι γελούν,
λίγο–λίγο απλώνεται η φασαρία,
τα παιδιά, σαν ακούσαν, τροχάδην να δουν.

Μια σωσμένη ανάφτηκε ασετυλίνη,
ο Λαβάνης αργό έχει πάρει σκοπό,
τα παιδιά πανηγύρι νομίζουν θα γίνει,
δεν αργούν να σχεδιάσουν δικό τους χορό.

Δισταγμοί των μεγάλων στο κάλεσμα σβήνουν,
λιγοστοί στην αρχή σιγανά τραγουδούν,
τις δουλειές τους η Δέσπω κι η Γιάννω αφήνουν
και απ’ όλους μπροστά το χορό ξεκινούν.

Κι αν της μέρας η κούραση τους δυναστεύει
και οι πλάτες φωνάζουν, τα χέρια πονούν,
ο χορός τη μεγάλη τους λύπη παλεύει,
τα τραγούδια γλυκά τις ψυχές τους δονούν.

Να κι ο γερο–Νικόλας που όλο σχεδιάζει
των προγόνων μηνύματα, σαν του μιλούν,
τα ερείπια αφήνει, αργά πλησιάζει.
Το βιολί σταματά και το γέροντ’ ακούν.

«Κι αν κακούργοι τη φτώχεια μας την αβγαταίνουν,
μες στων χρόνων το διάβα μάς φέρνουν δεινά,
οι ψυχές μας ορθές τον καιρό τον προφταίνουν,
των σπιτιών μας η στάχτη τραγούδια γεννά.

Η κατάρα τού χτες λίγο-λίγο θα σβήνει,
η ζωή μας με πείσμα ξανά θα στηθεί,
το χωριό μας απόψε υπόσχεση δίνει,
ομορφότερο, πάλι στον κόσμο θα βγει».