Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2019

Χειρισμοί


Το ζήτημα μεγάλο, σοβαρό, 
μα χείριστος ο χειρισμός των υπευθύνων,
πλεόνασαν τα λόγια ανευθύνων 
και δόθηκε τροφή στο διχασμό.

Ο φίλος μου τυφλά κομματικός
χολώθηκε για τη δική μου θέση,
ξεχνάει χρόνων μια ωραία σχέση
κι απέναντί μου στέκεται ψυχρός.

Οι μέρες και τα χρόνια προχωρούν
κι εκείνες οι θερμές αψιμαχίες
αποκαλύπτονται απλές σκιαμαχίες!
Οι σκοπιμότητες καλά κρατούν.  

Ο φίλος μου τυφλά κομματικός
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .




Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2019

Ποιήματα αλλιώς



Σημαντικός ο ποιητής, ο λόγος του μεστός,
ευαίσθητος, ευθύβολος και κατανοητός.
Μα ήρθανε μηνύματα από τις Εσπερίες
πως πρέπει στα ποιήματα αλλιώς τις ιστορίες.

Τα πήρε τα μηνύματα, τα βρήκε βολικά·
γοργότερα τελείωναν ποιήματα πολλά!
Χαλάρωσε τα μέτρα του, ψαλίδισε τις ρίμες,
παλιοί κανόνες γίνανε παρωχημένες μνήμες.
Διάνθισε το λόγο του με λέξεις γυαλισμένες
σε σχήματα περίτεχνα σαν μετεωρισμένες.

Σημαντικός ο ποιητής, ο λόγος του μεστός,
μα τώρα μες στους στίχους του θολός ο στοχασμός.
Τα σχήματα φαντάζουνε στολίδια χρυσωμένα,
τα όποια τους νοήματα αλλιώς για τον καθένα!
(παλιές ποιητικές ιστορίες)


Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2019

Δαβίδ



Το άδικο πασίγνωστο και αποδεδειγμένο.
Ο Γολιάθ αγέρωχος, τραχύς και προπετής.
Μπροστά του βγήκε ο Δαβίδ με ύφος οργισμένο
και ζήτησε το δίκιο του να λάβει παρευθύς.

Ατάραχος ο Γολιάθ δε δίνει σημασία
και ο Δαβίδ επίμονος φωνάζει κι απαιτεί.
Κανείς δε στέκει δίπλα του, καμία συμμαχία
για το καλό και το σωστό δεν έχει συσταθεί.

Με λίγη σκέψη ο Δαβίδ ξεκίνησε αγώνα,
λες και δεν ήξερε με ποιον θα πάει να χτυπηθεί.
Χωρίς κανένα σύμμαχο, χωρίς καμιά σφεντόνα.
Ο γίγαντας τον έριξε να γκρεμοτσακιστεί.


Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2019

Τον πλησίον



Αγάπα τον πλησίον σου, αγάπα το συνάνθρωπο,
κακό γι’ αυτόν μη σκέφτεσαι, είναι φτηνό κι απάνθρωπο.
Κι αν σου φερθεί μικρόψυχα – υπόδουλος στα πάθη του –
στην άκρη βάλε το θυμό, αγνόησε τα λάθη του.

Αγάπα τον πλησίον σου, αγάπα κάθε άνθρωπο.
Μα να ’σαι πάντα έτοιμος στης βίας το παράλογο.
Εχθροί αν ξεπροβάλουνε τη γη σου να πατήσουνε,
την ακριβή τη λευτεριά να σου την καταργήσουνε,
το μίσος και τα όπλα τους, τα ήθη τ’ ακατέργαστα,
με σιγουριά να συντριβούν σε τείχη απροσπέλαστα.

Αγάπα τον πλησίον σου, μη βλάπτεις το συνάνθρωπο,
κι αν θέλει το μονόλογο, εξάντλησε το διάλογο.
Μα πάψε να ανέχεσαι το φαύλο και τον άρπαγα,
τον κάθε μισαλλόδοξο, τον άθλιο υπάνθρωπο,
που θέλει υποπόδιο του διπλανού τον τράχηλο.

Αγάπα τον πλησίον σου, μα βάλε μέτρο κι όριο
και σήκωσε ανάστημα στο κάθε φασιστόμουτρο.
Εκτός αν τον παράδεισο μονίμως ονειρεύεσαι
και σαν οσιομάρτυρας το θέλεις να λατρεύεσαι.

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2019

Αφήνοντας πίσω το μηδέν


Αλαφιασμένη η Μαριώ στο σπίτι τού Απόνη,
κοντεύει το ξημέρωμα, την πόρτα του χτυπά·
βαριά τη νύχτα αρρώστησε η κόρη της η Φόνη,
στο γείτονά της έσπευσε, βοήθεια τού ζητά.

Δυο χρόνια χήρα η Μαριώ, εξάχρονη η Φόνη,
φτωχές και μόνες στο χωριό ούτ’ έναν συγγενή,
και τώρα στην απόγνωση έτρεξε στον Απόνη,
αν και τον ξέρει άφιλο και πάντοτε βαρύ.

Δε νοιάζονταν ο γείτονας για ξένες ιστορίες,
μονάχα για το σπίτι του σωστός και τακτικός,
αμέτοχος κι αδιάφορος για τις φιλανθρωπίες,
με τους ανθρώπους τυπικός, κλειστός και μακρινός.

Μπροστά του τώρα η Μαριώ κι αυτός βαριεστημένος
με κάποιο ψέμα σκέφτηκε να την ξεφορτωθεί,
μα πάλι δε θα ήθελε να βγει εκτεθειμένος.
Και σπεύδει να παρασταθεί μονάχα από ντροπή.

Γιατροί σε ετοιμότητα αμέσως για τη Φόνη,
επέμβαση επείγουσα, το πρόβλημα οξύ.
Πνιχτό το κλάμα τής Μαριώς, ευχές για τον Απόνη
κι η προσευχή της σιωπηρή, η κόρη να σωθεί.

Τα βήματά της νευρικά, τραχιά η εμπειρία,
και ο Απόνης άκεφος στην άκρη καρτερεί·
μια ώρα η αναμονή να λήξει η ιστορία.
Και τώρα βγαίνουν γελαστοί οι δυο καλοί γιατροί.

Η Φόνη στην ανάνηψη, ο πόνος τελειωμένος,
συνέρχεται, τυλίγεται στης μάνας τη χαρά,
και ο Απόνης άφωνος στέκει απορημένος,
εικόνα που τον άγγιξε· για πρώτη του φορά!

Αυτό το βλέμμα στο χλωμό αθώο προσωπάκι
μέσα στο είναι του ορμά, του καίει τα σωθικά,
το ξέπνοο χαμόγελο στης Φόνης το χειλάκι
γίνεται λάμψη μέσα του· τι τάχα τού ξυπνά;

Με βιάση καμπανίζουνε οι χτύποι τής καρδιάς του,
ο άγνωστός του εαυτός πρώτη φορά μιλά.
Σαν το πουλί που τ’ άφησαν ν’ ανοίξει τα φτερά του
νομίζει πως υψώνεται στα σύννεφα ψηλά.

Πολλές χαρές είχε γευτεί στην ήσυχη ζωή του
για πράγματα, για χρήματα και για καλές δουλειές,
μα τώρα αυτό το νέο φως στα βάθη τής ψυχής του
του δείχνει κείνες τις χαρές ασήμαντες μικρές.

Πόση να είχε δύναμη ένα αθώο βλέμμα
να φέρει επανάσταση σε άνθρωπο ψυχρό;
Από το άψυχο μηδέν να βγει καινούριο πνεύμα,
λες κι ήρθε η ανάσταση σε ζωντανό νεκρό!

Μετά από χρόνια τα παιδιά ακούν την ιστορία
για κάποιον που τον έλεγαν Απόνης ο ψυχρός,
πώς άλλαξε απότομα σε κάποια συγκυρία
και τ’ όνομα το γύρισαν Συμπόνης ο θερμός…




Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2019

Ιεροσυλία



Αγάλματα, κιονόκρανα λεπτοτεχνουργημένα,
συνθέσεις και συμπλέγματα γλυπτών μοναδικών,
διαδήματα ανθότευκτα με πάθος σμιλεμένα.
Ανθρώπων έργα άραγε ή μήπως των θεών;

Τα πρόσωπα να δείχνουνε πως θέλουν να μιλήσουν,
στα σώματα ακόμα και τα ίχνη των φλεβών,
τα ρούχα τα πολύπτυχα θαρρείς θα κυματίσουν,
αλόγων λες και θ’ ακουστεί ο ήχος καλπασμών.

Πώς μπόρεσαν στο μάρμαρο επάνω να κεντήσουν;
Ανθρώπων έργα άραγε ή μήπως των θεών;

Και βρέθηκαν ξενόφερτοι αδίστακτοι αγύρτες
πριόνια ν’ ακουμπήσουνε σ’ αυτά τα ιερά,
το κάλλος ως εμπόρευμα ν’ αρπάξουνε οι γύπες,
χυδαίοι ιερόσυλοι για βέβηλα λεφτά.

Κι αν άλλη τότε εποχή και βέβηλοι εμπόροι,
επίγονοί τους σήμερα, επίσημοι θεσμοί
χωρίς καμία ενοχή, κοινοί κλεπταποδόχοι
μπροστά σ’ αυτά τα άγια να στέκουν σοβαροί!


Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2019

Πρόγονοι



Ακίνητοι στους τοίχους μάς κοιτούνε  
οι πρόγονοι, ποτέ δε μας αφήνουν,
γλυκόπικρα τη μνήμη μάς κεντούνε
και νιώθουμε ακόμα πως μας δίνουν.

Τα πρόσωπά τους χαραγμένα,
τις πονεμένες μαρτυρούν ζωές τους,
κρατούν τα χείλη τους σφιγμένα
στις σοβαρές φιλήσυχες μορφές τους.

Κι αν φεύγουνε μακριά τα χρόνια,
θερμές μάς συνοδεύουν οι ευχές τους,
σαν φάροι για παιδιά και για εγγόνια
φωτίζουνε το ίσιο οι συμβουλές τους.