Τρίτη 21 Απριλίου 2020

Η «Αντίσταση» 21 Απριλίου 1967


Κροταλίζουν ερπύστριες στις λεωφόρους,
ώρα δύο τη νύχτα την πόλη ξυπνούν,
στρατιώτες ακούν λοχαγούς αιμοβόρους,
στοχευμένα οδεύουν, σε σπίτια ορμούν,
στον ιππόδρομο βίαια φέρνουν αθώους,
αγριάνθρωποι ένστολοι ασχημονούν.

Ξαφνικά στο σκοτάδι, στου φόβου τη θλίψη
δυνατή ξεπηδά τηλεβόα φωνή:
«Σηκωθείτε πολίτες, κανένας μη λείψει,
μη φοβάστε! μικροί και φαιδροί οι εχθροί,
σηκωθείτε πολίτες, κανένας μη σκύψει,
μη φοβάστε τους λίγους. Εμείς οι πολλοί!»

«Σηκωθείτε πολίτες, αντίσταση τώρα».
Τα παράθυρα ανοίγουν, φωνές αντηχούν,
οι πολλοί ξεθαρρεύουν. «Δική μας η χώρα»
άλλοι δυο τηλεβόες με θάρρος ηχούν.

Φουσκωμένο ποτάμι, ορμούν οι πολίτες,
πλημμυρίζουν τους δρόμους, τα τανκς σταματούν,
τυραννίσκοι γελοίοι, κρυφοί ασφαλίτες
τις συνέπειες τρέμουν, κοιτούν να κρυφτούν.

Στον ιππόδρομο τώρα δυνάστες δεμένοι,
οι πολίτες τούς δίνουνε ρούχα απλά·
ανθρωπάκια! σαν όλους κι εκείνοι ντυμένοι.
Τη στολή τους θαρρούσαν τρανή διαφορά!

Τ’ ανθρωπάκια εξύφαιναν συνωμοσία,
ξερονήσια ετοίμαζαν και φυλακές,
ανεξέλεγκτη νά ’χουνε την εξουσία,
στρατοδίκες για πταίσματα, βασανιστές,
διαρκή αυστηρότατη λογοκρισία.
Οι πολίτες να γίνουν δειλοί θαυμαστές.

Μα ο κόσμος διαλύει τις άθλιες βλέψεις,
σταματά τους ενόπλους χωρίς δισταγμούς.
Στα χωριά και στις πόλεις πυκνές συνελεύσεις,
οι πολίτες ορίζουν γενναίους ταγούς,
στο λαό ανοιχτές των ταγών οι συσκέψεις
ανασταίνουν προγόνων ακμαίους θεσμούς!

Νεαρέ αναγνώστη, γλυκά παραμύθια
με απέραντη λύπη πικρά ιστορώ,
να μπορούσα να ζήσω μια τέτοιαν αλήθεια
και περήφανος νά ’μαι για κείνα κι εγώ.

Τ’ ανθρωπάκια πανεύκολα όλους στο γύψο,
ο λαός ανοργάνωτος, άχνα καμιά,             
χθεσινοί δημεγέρτες πιαστήκαν στον ύπνο.
Και ξεφύτρωσαν πλήθος τής χούντας παιδιά!

Πατριώτες γελοίοι με ψέμα και βία,
με το βούρδουλα έμειναν χρόνια επτά,
μαριονέτες προχώρησαν στην προδοσία
και την Κύπρο μας έριξαν στ’ άγρια θεριά.
…………………………………………………………………
Για τους νεαρούς αναγνώστες:
Στον ιππόδρομο συγκέντρωναν τους συλλαμβανόμενους,
απ’ όπου τους εκτόπιζαν στη Γυάρο.

Σχετικά ποιήματα 1, 2, 3, 4


Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

Ο Ασύγκης


Έκλεισε χθες τα μάτια ο Ασύγκης,
δύο βδομάδες είχε να φανεί,
τριάντα χρόνια χήρος, ερημίτης.
Βαριεστημένα στην κηδεία οι χωριανοί.

Με όλους καλημέρα στο χωριό του,
μα φίλος του δεν ήτανε κανείς,
φαινότανε κλειστός στον εαυτό του
και ήθελε να μένει αφανής.

Σαν έμεινε απρόσμενα μονάχος,
τραβήχτηκε στου κόσμου τη γωνιά,
ανέκφραστος, το πρόσωπό του βράχος,
αόρατη στα χείλη κλειδωνιά.

Παράξενος, μυστήριος, χαμένος,
περήφανος, αδιάφορος, στριφνός·
κρυφά, απ’ όλους χαρακτηρισμένος,
μα φανερά, απ’ όλους σεβαστός.

Στο τέλος έχει φτάσει η κηδεία
και πριν τον τελευταίο ασπασμό,
αρχίζει ο παπάς μιαν ομιλία,
δυο λόγια να τους πει για το νεκρό:

Χαίρε, Ασύγκη, άνθρωπε του χρέους,
εσύ που ήθελες να μένεις αφανής,
και ζήτησες, το βάρος τού ελέους
ποτέ να μην αισθάνεται κανείς.

Σε όλους πια μπορώ να μαρτυρήσω,
Ασύγκη, το δικό σου μυστικό,
που μού ’δινες λεφτά να τα χαρίσω
σε τόσους συνανθρώπους στο χωριό.

Γι’ ανάγκες από χρέη κι ατυχίες,
γι’ ανήμπορους και γι’ άρρωστα παιδιά·
πως τάχα ήταν όλα χορηγίες
από ανώνυμο που ζει στην ξενιτιά.

Τώρα δακρύζουνε πολλοί στην εκκλησία,
ορθώνονται μπροστά τους ενοχές,
σαν τιμωρία η κρυφή ευεργεσία
για όσα λέγανε χωρίς αναστολές.

Θλιμμένος ο Ασύγκης επί χρόνια,
είχε μιαν άδολη ευαίσθητη ψυχή,
παρηγοριά του είχε κάνει τη συμπόνια
κι από λεπτότητα την κράτησε κρυφή.

Κυριακή 5 Απριλίου 2020

Ποιητής περιωπής


                                            μια φανταστική ιστορία
Εδώ και χρόνια ποιητής, ήμουνα και πολύ γνωστός,
στον κύκλο μου επιφανής, στους κριτικούς αγαπητός·
με είχαν κάνει όνομα με τακτικούς δοξαστικούς
και μεταξύ μας είχαμε δεσμούς υποστηρικτικούς…

Μια μέρα θέλησα κι εγώ να φύγω απ’ το σοβαρό
και μ’ ένα ψευτοποίημα να παίξω και ν’ αστειευτώ.
Μάζεψα λέξεις ηχηρές, επιλεγμένους αγγλισμούς,
εκφράσεις αρχαιοπρεπείς, φανταχτερότατους –ισμούς,
στην τύχη τα διασκόρπισα  σε στίχους ετεροβαρείς
κι έβαλα τίτλο οξύμωρο: Ελεύθεροι δουλοχαρείς!

Το πήραν δύο κριτικοί, με κύρος στα ποιητικά,
ονόματα πασίγνωστα, τα έντυπά τους ειδικά.

Ο πρώτος, με οχτώ –ισμούς μού έπλεξε εγκώμιο,
πως βρήκε μες στους στίχους μου «πλατύ ονειροδρόμιο
εκλεπτυσμένων ιαχών αρχαιοτάτων λογισμών,
κατοπινές εξαλλαγές μεταμοντέρνων λυρισμών!».

Ο δεύτερος διαπίστωσε «την ένθεη διττότητα
που κρύβεται διακριτικά σε άχρονη οντότητα»,
το γύρισε διασταλτικά σε τρία σημαινόμενα
μου έψαλε διθύραμβο για τα υπαινισσόμενα!

Οι ψευδοέπαινοι αυτοί μού θέριεψαν τις ενοχές
το πόσο λοιδορήσαμε παλιές ωραίες εποχές,
όταν ο κόσμος διάβαζε στίχους μεστούς και καθαρούς
που δίναν χίλιες αφορμές σε ταλαντούχους μουσουργούς.

Περίσσεψαν, ομότεχνοι, των στίχων μας τα κρίματα,
επίθετα-πομφόλυγες, κακοχυμένα ρήματα.
Και λέω φτάνει ως εδώ, καιρός να σταματήσουμε,
τις αιθερολογίες μας να τις αποκηρύξουμε.

Εκτός αν επιμένουμε στα ακαταλαβίστικα,
στις λυρικοθολούρες μας και στα σουρεαλίστικα,
και να διαμαρτυρόμαστε που πια δε μας διαβάζουνε,
ενώ για την κουλτούρα τους συνέχεια κοπιάζουμε!

Τετάρτη 1 Απριλίου 2020

Αποτυχία αντιπάλων


Απέτυχαν οι σχεδιασμοί των αντιπάλων, 
ο δρόμος που διαλέξανε σαθρός,
περίμεναν αλλιώς το περιβάλλον,
δεν είδανε πως άλλαξε ο καιρός.

Απέτυχαν οι σχεδιασμοί των αντιπάλων,
διδάγματα να βγάλουμε κι εμείς·
δε χάνονται τα ήθη των βανδάλων,
αιτίες παραμένουν εκκρεμείς.

Να θεωρήσουμε ξανά τα σχέδιά μας·
δεν ήταν η πορεία μας σωστή,
τα δύσκολα συνέχεια μπροστά μας.
Το νου μας· οι καιροί ου μενετοί!