Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2020

Γραφείον συνοικεσίων (αντιιικόν)


Δημόσιος υπάλληλος ετών πενηνταδύο,
διαθέτων ιδιόκτητον οικίαν εν Θησείω,
επιθυμεί συμβίωσιν ή γάμον με κυρίαν,
παραπλησίαν έχουσαν μ’ εκείνον ηλικίαν.

Ουδόλως ενδιαφέρεται δια την καταγωγήν της,
ούτε δια προίκα και γονείς, βίον και διαγωγήν της,
ούτε αν είναι δεσποινίς, χήρα ή διαζευγμένη.
Να είναι μόνον υγιής και εμβολιασμένη!

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

Υπογιορτινά


Απόμακρες και άχαρες οι φετινές γιορτές μας,
στην άκρη παρατήσαμε παλιές συνήθειές μας.
Στη θέση τους καθίσανε ποικίλα παραμύθια
και ψάχνει τόπο να σταθεί και η πικρή αλήθεια.

Μπορεί να είναι φονική για την οικονομία,
μα είναι τόσο βολική αυτή η πανδημία.
Βροχή τα νομοσχέδια ψηφίζονται εν τάχει,
πολλά τα προορίζουνε για τη δική μας ράχη.

Μικρούς εμπόρους κυνηγούν να τους εξαφανίσουν,
τα μεγακαταστήματα να τους απορροφήσουν.
Για «πράσινους επενδυτές» καλή η ευκαιρία
να στήνουν ανεμπόδιστα τα ανεμοθηρία.

Καλά κρατεί των καναλιών η φοβεροκρατία,
αναστημένη κι η παλιά αστυνομοκρατία.
Πρωτοφανείς οι απειλές και οι απαγορεύσεις.
Και μεταξύ των πολιτών αρχίζουν διαιρέσεις…

Κυνήγια και ψαρέματα κοπήκανε μαχαίρι,
εισηγητών το σκεπτικό ποιος άραγε το ξέρει;
Ατόφιες μας κουβάλησαν φαιδρές ορολογίες,
αλλού με κλικ, αλλού με τέικ, λογκνταουνο-σοφίες.

Το φίμωτρο παγκόσμιο, το στόμα βουλωμένο,
των πολιτών το φρόνημα στα τάρταρα ριγμένο.
Μια κοινωνία φοβική μονίμως μουδιασμένη,
τα πάντα ν’ αποδέχονται υπήκοοι σκυμμένοι.

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

Χειμερινός ουρανός


Νύχτα Δεκέμβρη παγωμένη, μα διάφανη η ξαστεριά,
λαμποκοπάει πάλι απόψε του ουρανού η φορεσιά.

Μικρό ασημικό η Πούλια, τραγουδισμένη από παλιά,
για τους αρχαίους οι Πλειάδες, κόρες τού Άτλαντα επτά.
Ηνίοχος, Κριός και Ταύρος με προσοχή επιτηρούν,
Αίγα, Χαμάλ και Λαμπαδίας φέγγουν καλά για να τις δουν.

Κόσμημα όμως διαμαντένιο με απαράμιλλη ομορφιά
ένα τετράπλευρο με ζώνη απλώνεται προς το νοτιά,
Ωρίωνας το όνομά του, γνωστός στ’ αρχαία μας χωριά,
κάθε φθινόπωρο γεννιέται, την άνοιξη φεύγει μακριά.

Κοντά του ένας υπερήλιος, ο Κύναστρος ο αρχηγός,
Άστρο τού Νείλου λατρεμένο, σοφών Αράβων πλοηγός,
ο Αλ Σιρά, Στίλβων και Λάμπων, ονόματά του λαμπερά,
Σείριος σήμερα για όλους με την ξεχωριστή θωριά.

Ο Μπετελγκέζ και ο Προκύων κοντά του φίλοι καρδιακοί,
τρίγωνο σχήμα τού χειμώνα, το βλέπουνε πολλοί λαοί.
Ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης πάντα μαζί στον ουρανό,
μήνυμα στέλνουνε τα βράδια, απ’ αδελφό σε αδελφό.

Οι δύο Άρκτοι και ο Δράκων όλων των εποχών δρομείς,
όμοια Κηφέας και Κασσιόπη, όλοι γνωστοί αειφανείς.
Άτυχη κόρη η Ανδρομέδα, με τον Περσέα αγκαλιά,
κοσμούν κι αυτοί τον ουρανό μας με του Πηγάσου τα φτερά.

Το κάθε άστρο μες στη νύχτα δικό του δρόμο κυκλικό,
κέντρο ακίνητο θωρούνε το φημισμένο Πολικό.
Χιλιάδες άστρα σαν ψηφίδες, μορφές και σχήματα λαμπρά
για μάτια που αναζητούνε και χαίρονται την ομορφιά!

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2020

Καζάνι


Νερό πολύ μες στο καζάνι·
το σφράγισαν ερμητικά
εντεταλμένοι επιστάτες.
Κι έριχναν ξύλα στη φωτιά.

Οι επιστάτες – ξυλορίχτες
ήσαν περήφανοι στ’ αυτιά,
ούτε που άκουγαν τη βράση.
Κι έριχναν ξύλα στη φωτιά.

Δυναμωμένοι νέοι ήχοι,
κλειστά παρέμεναν τ’ αυτιά,
αβέλτεροι οι επιστάτες
ρίχναν και λάδι στη φωτιά.

Είχαν σφραγίσει το καζάνι·
σιγουρεμένοι οι κουφοί.
Μα του ατμού οι αρχαίοι νόμοι
μένουνε πάντα σε ισχύ…

 

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2020

Καθρέφτες


Μοιάζουν πολύ με τους καθρέφτες
του κόσμου οι συναναστροφές,
συνομιλίες, συνευρέσεις,
ποικίλες σχέσεις, επαφές.

Κι είναι ωραίοι οι καθρέφτες
με επιφάνειες στιλπνές.

Μα πόσο γρήγορα θαμπώνουν
από ανοίκειες φωνές!

Αν πέσουν δεύτερες φωνές,
αρχίζουνε και τους ραγίζουν.
Κι άμα τριτώσουν οι φωνές,
πανεύκολα τους θρυμματίζουν.

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020

Εκείνη πάντα

 
Το χιόνι συνεχίζει, αέρας λυσσασμένος,
στο έρημο τοπίο η σκέψη μου κι εγώ,
μικρά τα βήματά μου στο σούρουπο πιασμένος,
τον κίνδυνο τον ξέρω, το φόβο τον πατώ.

Η σκέψη μου σ’ εκείνη, το ξέρω περιμένει,
μακριά της έξι μήνες στου κάμπου τα χωριά,
ζευγάρι τρία χρόνια κι οι δυο μας ορκισμένοι,
βαρύς ο χωρισμός μας, σαν φεύγω για δουλειά.

Το χιόνι συνεχίζει, αέρας λυσσασμένος
με σπρώχνει, με προγκίζει, με πολεμά σκληρά,
μα εγώ, μακριά δυο μίλια, κι αν είμαι παγωμένος,
το χτύπο τής καρδιάς της ακούω καθαρά.

Τραγούδι ψιθυρίζω, αυτό που λέμε οι δυο μας,
κι εκείνη με ακούει δυο μίλια μακριά,
ακόμα δύο ώρες να μπω στο σπιτικό μας,
μπροστά μου η μορφή της με χέρια ανοιχτά.

Το χιόνι συνεχίζει, αέρας λυσσασμένος,
στο βήμα μου τη νιώθω ακούραστο φρουρό,
ακόμα μία ώρα. Σ’ εκείνη ορκισμένος,
στα καστανά της μάτια παράδεισο θα βρω!

(Δεκαετία 1870. Επιστροφή ενός κτίστη από τη Θεσσαλία στο ορεινό χωριό του, στην Ήπειρο.)

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2020

Φρουροί τού νόμου


Εσύ που φοράς τη στολή τού φρουρού, 
εσύ που το κράτος τού νόμου φυλάττεις,  
να τό ’χεις καλά καρφωμένο στο νου:
Οφείλεις να είσαι του κόσμου προστάτης.

Το ξέρω πως λες ότι φαύλοι, τρελοί,
διαρρήκτες, κακούργοι, στυγνοί δολοφόνοι
μπροστά σου ορθώνονται κάθε στιγμή.
Ο κίνδυνος δίχτυα θανάτου απλώνει.

Κι ακόμα, ανεύθυνοι σε πολεμούν,
για πλιάτσικο κάποιοι ζητούν ευκαιρίες,
εκεί προβοκάτορες κανοναρχούν,
οι βάνδαλοι έτοιμοι για ιστορίες.

Με βάση το νόμο εσύ θ’ αμυνθείς,
μονάχα ενόχους μπορείς να συλλάβεις,
το νόμο ανθρώπινα υπηρετείς,
κανέναν εσύ δε μπορείς να δικάζεις,
δεν έχεις δικαίωμα να τιμωρείς,
τα νεύρα σου πρέπει γερά να δαμάζεις.

Μη γίνεις ποτέ σου εχθρός τού λαού
και όργανο άθλιων σκοπιμοτήτων.
Εσύ σταθερά στη μεριά τού καλού,
υψώσου εμπόδιο των ακροτήτων.


Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2020

Συγκίνηση τεχνοκρατική


Τώρα που άνοιξαν τους δρόμους μέχρι της Πίνδου τις κορφές
να φέρουν ανεμοθηρία κοντά στις αετοφωλιές,
κίνησε κι ένας τεχνοκράτης να δει κι αυτός από κοντά
τις πράσινές του επενδύσεις που θα γεννήσουνε λεφτά.

Έκανε στάση σε μια ράχη, έφερε γύρω τη ματιά.
Ξαφνιάστηκα που, έστω ένας, στέκει να δει την ομορφιά!
Πλησίασα να του μιλήσω για τις ηρωικές πλαγιές,
εκεί που πολεμούσαν Κλέφτες και του ’40 μαχητές.

Ούτε που άκουσε τι είπα, στο βλέμμα του ο θαυμασμός,
φαινότανε συγκινημένος, μονολογούσε συνεχώς:
«Μα και ξυλεία εδώ πάνω! για οχτακόσια φορτηγά!
από τα τέσσερα ρουμάνια θα βγουν χιλιάδες κυβικά!»


Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2020

Ευχών το ανάγνωσμα


Το κείμενό του προσεγμένο,
καλαίσθητο, συνοπτικό,
από καιρό μελετημένο,
το θέμα του ελκυστικό.

Ο χρόνος όμως δε βοηθούσε,
ήταν οι μέρες γιορτινές,
νέα βδομάδα ξεκινούσε
και περισσεύαν οι ευχές.

«Χρόνια πολλά» εξηνταδύο,
«καλή βδομάδα» εκατό.
Σχολίασαν μονάχα δύο
το προσεγμένο του γραπτό!

 

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2020

Αποκαλύψεις


Τυχαίες εξάρσεις, απλές συγκυρίες,
αδύναμες σκέψεις, δεινές απειρίες.
Ο χρόνος δεν παύει να δείχνει ανθρώπους, 
να βγάζει στη φόρα ιδέες και τρόπους.

Ο Α για πρώτη φορά μεθυσμένος,
ο Β εκτός εαυτού θυμωμένος,
ο Γ σε κάποια βαριά στεναχώρια,
ο Δ αιφνίδια σε ανημπόρια,
ο Ε μες στον αφρό τού θριάμβου,
ο Ζ στη ζάλη γλυκού διθυράμβου.

Ο ένας, ο άλλος, ο Χ, ο καθένας.
Τον κίνδυνο δεν αποφεύγει κανένας.

Τυχαίες εξάρσεις, κακές συγκυρίες
μαυρίζουνε σχέσεις, διαλύουν φιλίες.
Ο χρόνος δεν παύει να δείχνει ανθρώπους, 
να βγάζει στη φόρα ιδέες και τρόπους.


Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2020

Εξημερωδούλωση


Άλογα και αλογάκια στο λιβάδι ευτυχούνε,
για τον κίνδυνο των λύκων μοναχά ανησυχούνε,
μακριά μόλις φανούνε, σαν αλαφιασμένα τρέχουν,
μόνο κάποια γερασμένα την τρεχάλα δεν αντέχουν.

Κι όμως θα μπορούσαν όλα ενωμένα να σωθούνε,
με οπλές μα και με δόντια στους εχθρούς ν’ αντισταθούνε,
να τους σπάσουνε τα μούτρα και να τους τρομοκρατήσουν,
μάθημα γερό να πάρουν για να μη ξανατολμήσουν.

Άλογα και αλογάκια στο λιβάδι ευτυχούνε,
άνθρωποι πολλοί κοντά τους που περίεργα κοιτούνε.
Τι να θέλουν στο λιβάδι κι έχουν και σκοινιά μαζί τους,
μήπως είναι σαν τους λύκους; νά ’ναι και αυτοί εχθροί τους;

Ξάφνου κάποια αλογάκια μες στα δίχτυα μπερδεμένα,
προσπαθούνε να ξεφύγουν, χλιμιντρίζουνε θλιμμένα.
Τρέχουνε κοντά οι μάνες, βρίσκουνε φραγμό μπροστά τους,
άνθρωποι τις απωθούνε, πέτρες, ξύλα στα πλευρά τους.

Μέρες τώρα μες στο φράχτη τ’ αλογάκια μαζεμένα,
έχουν χάσει το λιβάδι, νιώθουνε ορφανεμένα
Τα ταΐζουν, τα ποτίζουν, κάποτε και τα χαϊδεύουν,
μα εκείνα τους δικούς τους με το βλέμμα τούς γυρεύουν.

Τ’ αλογάκια μεγαλώσαν, μόνιμο το χαλινάρι,
και σε λίγες εβδομάδες τούς φορέσανε σαμάρι.
Προσπαθήσανε κλωτσώντας ν’ αντιδράσουν στη δουλεία,
να τραβήξουν στο λιβάδι στην παλιά ελευθερία.

Τώρα κουβαλούν ανθρώπους, πέτρες, άμμους και ξυλεία,
σέρνουν άροτρα και κάρα με βαρύτερα φορτία,
σε αλώνια  γυροφέρνουν και αλλού κινούν καρούλια.
Κι όταν κουραστούν κι αργούνε, καμουτσίκι στα καπούλια!

Τα καινούρια αλογάκια, μες στο φράχτη γεννημένα,
δε γνωρίζουν το λιβάδι, όλα είναι δεδομένα.
Φυσικό το θεωρούνε να φορούνε χαλινάρι,
να τα έχουνε δεμένα, να τους βάζουν και σαμάρι.

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2020

Σεπτέμβρης – Νοέμβρης


Σκουριάσανε τα φύλλα το Νοέμβρη,
εικόνες μαραμένες σκοτεινές.
Αλλιώς είχαν κινήσει το Σεπτέμβρη
με κίτρινες ανθούσες ομορφιές.

Ωραία τον Οκτώβρη, στην ακμή τους
τα κίτρινα μαζί με πορφυρά.
Κι αν σήμερα σκουριά, στην παρακμή τους,
θα ρθεί και του Απρίλη η σειρά.


Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2020

Εμνήσθην


Εμνήσθην ημερών αρχαίων,
του κνούτου χειριστών ακμαίων,
κυβερνητών των προσχημάτων,
των ανουσίων διαγγελμάτων.
 
Εμνήσθην ημερών αγρίων
των απριλιανών αχρείων
αντεθνικής δικτατορίας,
στιγματισμένης Ιστορίας.

Εμνήσθην ημερών αθλίων
των διχασμών, των εμφυλίων,
διαχρονικών σκοπιμοτήτων,
απερισκέπτων ακροτήτων.

Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2020

Σουρεαλιστικά


Ένα οκτάστιχο παραμοντέρνο  
ήταν το ζήτημα διαγωνισμού,
με τον αυτόματο τρόπο γραμμένο
και με αρχές ενός κάποιου –ισμού.

Έσπευσε λάβρος ο φίλος, με τόλμη –
εύκολα έβρισκε λόγια καλά –
«είμαι κι εγώ ποιητής, όπως όλοι»,
έτοιμος ήταν σε δέκα λεπτά: 

Θείον άγχος
Ψάχνει να βρει ο χρυσός αστρολάβος
τι εξυφαίνει ο άσπρος αφρός,
πώς τής ουράνιας σφαίρας ο κάβος
φέρει δυνάμεις κι ας είναι σαθρός.

Καταγραφείς αιθερίων συμβάντων
τέμνουν του άγχους τη θεία πνοή,
νέες εξάρσεις στιλβόντων γιγάντων
συναποστέλλουν αθώα βοή.
.    .    .    .    .    .    .    .    .    .    .    .    .    .
Και ομοφώνως οι κριτές
του έδωσαν το δεύτερο βραβείο.
Το σκεπτικό τους εμβριθές:
Ανέδειξε ο ποιητής
το έλλογον του θείου άγχους,
με τις αθώες του βοές
ανέδειξε τους αστρολάβους.
Και τα λοιπά και τα λοιπά,
παρα-σουρεαλιστικά.

Κι ο ποιητής, ως θιασώτης
του ιρασιοναλισμού,
απάντησε με σημασία
το πώς σφυρηλατεί τους στίχους
στο πέταλο τού λυρισμού!

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2020

Στραγγαλισμός


Κλοιός, φραγμός, ορυμαγδός,  
των Μέσων τρομοκρατορία,
παγκόσμιος παροξυσμός,
του φόβου αυτοκρατορία.

Δε σταματούν οι δοκιμές,
κάθε φορά μια ιστορία,
καταμετρούν τις αντοχές
στην ορατή δικτατορία.

Υπήκοοι πειθαρχικοί
να συνηθίσουνε σκυμμένοι
και όποιοι αντιδραστικοί
στη φυλακή ή φιμωμένοι.

Μονάχα μια επιλογή
σ’ αυτήν την αθλιοκρατία:
ασφάλεια μες στο κλουβί!
Στην άκρη η ελευθερία. 

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2020

Χαμηλότερα


Το νέο, ξαφνικό, σαν κεραυνός
ο θάνατος του άξιου Λευτέρη,
υπόδειγμα αυτός ο χωριανός,
καθένας μας καλά το ξέρει.
 
Τα προτερήματά του θαυμαστά,
ξεχώριζε απ’ όλους ο Λευτέρης,
τα έργα και τα λόγια του σωστά,
ειλικρινής, καλός και χρυσοχέρης.

Σαν να πενθούνε όλοι στο χωριό,
η λύπη για τον άνθρωπο μεγάλη,
μα λίγο χαμηλόφωνα θα πω,
για μια κρυμμένη μας αλήθεια άλλη.
 
Με το Λευτέρη οι συγκρίσεις οχληρές,
κατώτεροι φαινόμασταν οι άλλοι.
Στις μετριότητές μας τώρα τις γνωστές
τον πήχη πιο ψηλά κανείς μη βάλει…

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

Υψηλή ζωγραφική


Αστραφτερές οι παρουσίες, η σύναξη πολυπληθής,
ονόματα διακεκριμένα και κάποιοι τής πολιτικής.
Χαμόγελα και χειραψίες, χαριεντισμοί και ασπασμοί,
μπροστά στους πίνακες οι στάσεις, διθύραμβοι και θαυμασμοί.
Ευτυχισμένος ο ζωγράφος με φίλους του και κριτικούς,
εκφράσεις για τους μυημένους με ποικιλώνυμους -ισμούς.

Ανάμεσα στους καλεσμένους και ο εννιάχρονος Κωστής,
κάποιου προέδρου το εγγόνι, χαριτωμένος, προσηνής,
Ασχοληθήκανε μαζί του και άγνωστοί του και γνωστοί,
πρόθυμα σ’ όλους απαντούσε και τον συμπάθησαν πολλοί.

Κοντά του ένας φωτογράφος, ίσως χωρίς να το σκεφτεί,
ρώτησε, παρουσία όλων, τον ευφυέστατο Κωστή,
από τους πίνακες που βλέπει ποιους θεωρεί τους πιο καλούς,
αν προτιμάει τους μεγάλους, αν προτιμάει τους μικρούς.

«Δε μου αρέσουν οι μουντζούρες ούτε και πρόσωπα στραβά,
άλλα με τρίγωνα τα μάτια κι άλλα με πράσινα μαλλιά».
Αμήχανα πολλοί γελάσαν με του Κωστή την κριτική
και συνεχίσανε να λένε για υψηλή ζωγραφική.

Σε κάποια πέρα πηγαδάκια λίγοι το είπαν καθαρά,
βρήκαν καλή την ευκαιρία να εκφραστούν ειλικρινά
με χαμηλόφωνο τον τόνο και ύφος εμπιστευτικό:
Πώς ξεπετιέται η αλήθεια από τρελό κι από μικρό!

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2020

Δικαιώσεις τυπικές

 
Ο Β ήξερε πολλά, ζητούσε μιαν απάντηση,
τον Α τον εγκάλεσε σ’ εκείνη τη συνάντηση,
ο Α δεν απάντησε, ο Β επιτέθηκε,
τον Α τον εξύβρισε, ο Α το ανέχτηκε,
ο Β το συνέχισε, αυτοπυροδοτήθηκε
και σήκωσε τους τόνους του· σε βάλτο οδηγήθηκε.

Τις φήμες που ακούγονταν, αλήθειες τις θεώρησε,
χωρίς κανένα δισταγμό τον Α κατηγόρησε,
ο Α συγκρατήθηκε, στον Β δεν απάντησε,
των άλλων τα ονόματα επιμελώς τα κράτησε.

Οι φήμες ήτανε σωστές, μ’ απόδειξη δεν βρέθηκε,
ο Β απερίσκεπτα στα δικαστήρια μπλέχτηκε,
ως συκοφάντης κρίθηκε και άσχημα στριμώχτηκε.
Ο Α ήταν πονηρός, στο τέλος δικαιώθηκε!

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2020

Μη ευτυχία


Ο φίλος είναι υγιής
και τα παιδιά του ευτυχισμένα,
οι πρόσοδοί του επαρκείς,
δεν έχει πρόβλημα κανένα.

Ρωτάει όμως συνεχώς
«τι τέξεται η επιούσα;».
Μέσα στο άγχος διαρκώς.
Κι η ευτυχία του απούσα!


Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2020

Παραδεισένια


Ήμερο ξέφωτο λουλουδιασμένο,
άγνωστο μέρος, τοπίο κρυμμένο,
σαν ένα όραμα μέσα στη μέρα,
κι ένα τραγούδι γλυκό στον αέρα.

Ξάφνου μια ύπαρξη ηλιοβγαλμένη,
κόρη θεού; από γλύπτη πλασμένη!
Νά ’ταν η Άλκηστις; μήπως η Λήδα;
λάμψη στο βλέμμα της, μια ηλιαχτίδα.

Στάθηκα απέναντι σαν μαγεμένος
στης ομορφιάς της το φως, θαμπωμένος.
Ήμουν ο ίδιος; μην ήμουνα άλλος;
Λέξεις φτωχές για το τέλειο κάλλος.

Μου χαμογέλασε, μού ’πε «προχώρα,
είναι μια ώριμη σίγουρη ώρα».
Κίνησα βήματα συγκρατημένα,
είχε μπροστά μου τα χέρια απλωμένα.

Ήρεμο πρόσωπο· εμπιστοσύνη,
όλο το είναι της μια καλοσύνη.
Ήταν η χάρη της παραμυθένια
και η αγκάλη της παραδεισένια!

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2020

Έσω


Το ξέρεις πως εκεί σε καρτερούνε,
με λόγια ακριβά σε προσκαλούν,
εσύ ακόμα «μάλλον» και «θα δούμε»,
και άχρωμα τα χρόνια σου περνούν. 

Τα μήπως με τα ίσως και τα όμως
εμπόδια σου στήνουν διαρκώς,
φραγμένος, λες, σου φαίνεται ο δρόμος,
ενώ το ξέρεις ότι είναι ανοιχτός.

Ο ένας εαυτός σού λέει βιάσου,
το ξέρεις οι καιροί ου μενετοί.
Ο άλλος εαυτός σού λέει στάσου,
ζητάει άλλη μια να το σκεφτεί.

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2020

Προσαρμογή


Ορμητικός ο χρονογράφος, οι θέσεις του μαχητικές,
σε σοβαρή εφημερίδα δημοσιεύσεις τακτικές,
σκοπός του μόνον η αλήθεια μακριά από συμβιβασμούς.
Με σιγουριά και παρρησία άνοιξε άγνωστους ασκούς.

Θορύβησε την εξουσία, πλαγιοκόπησε πολλούς
αγέρωχους προβεβλημένους, ενόχλησε και οπαδούς.
Αιχμές για παραεξουσίες – συγγένειες εκφωνητών,
περίεργες αργομισθίες καλοσυνάτων συντακτών.

Ανέδειξε κεκοσμημένων καμώματα προκλητικά,
ξεσκέπασε στρεψοδικίες, καλύμματα δικαστικά.
Σήκωσε σκόνη για παρέες, για κριτικούς και προβολές,
δοξαστικούς διανοουμένων, διακεκριμένες διαπλοκές.

Έτοιμο έχει το βιβλίο, σελίδες συνταρακτικές
με μαρτυρίες κι αποδείξεις για πρόσωπα και πρακτικές.
Αναζητά τυπογραφείο. Δεν αποκρίνεται κανείς,
πολλοί γνωστοί τον αποφεύγουν, η μοναξιά του εμφανής.

Στην έγκριτη εφημερίδα απαίτησαν περικοπές,
κάποιους ασκούς να τους μαζέψει, να εξαλείψει τις αιχμές.
Καταλαβαίνει τις αιτίες, πολιτικούς συσχετισμούς,
χρωματισμένες  διασυνδέσεις, υπόγειους συμψηφισμούς.

Ασφυκτικές οι παρεμβάσεις, ανήσυχο τ’ αφεντικό,
στυφή αυτολογοκρισία σε κάθε νέο του γραπτό.
Μονόδρομος το μονοπάτι τού τακτικού συμβιβασμού·
υποχρεώσεις επισείει το άγχος βιοπορισμού.

Μα έχει έφεση στη γλώσσα, ξέρει καλά την τεχνική,
βλέπει και μέτριους γραφιάδες που φαίνονται σημαντικοί,
γνωρίζει ρεύματα και τάσεις και λογοτέχνες κλασικούς.
Μπορεί κι εκείνος να διαπρέψει σε άλλους δρόμους βολικούς.

Έβαλε πλώρη για καινούριο γράψιμο φιλολογικό
γι’ ανθρώπινες αδυναμίες, για το καλό και το κακό,
ειδύλλια και παραδόσεις, νοοτροπίες, εποχές,
για χαρακτήρες και συγκρούσεις στης Ιστορίας τις πτυχές.

Ήρθαν καινούριοι αναγνώστες, από τους άλλους πιο πολλοί,
επιστολές με διθυράμβους. Αλλά και κάποιες με χολή
που εγκατέλειψε τη μάχη ενάντια στους πονηρούς
εκείνους που ευημερούνε σε οποιουσδήποτε καιρούς.

Όταν η πένα ξεστρατίζει προς τις παλιές του διαδρομές,
τρέχει ξοπίσω το σβηστήρι και στρογγυλεύει τις στροφές.
Πόθος μεγάλος η αλήθεια, λένε τη θέλουνε πολλοί,
μα κάποιοι άλλοι επιμένουν: δεν τη σηκώνει η εποχή!

Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2020

Πρόοδος στο χωριό


Οι δρόμοι ασφαλτοστρωμένοι
και τα σοκάκια φωτισμένα,
οι άνθρωποι καλοντυμένοι,
τα σπίτια περιποιημένα.

Κάποτε δρόμοι λασπωμένοι,
ερειπωμένες αποθήκες,
παμπάλαια φτωχά τα σπίτια
και στα ισόγεια κατσίκες.

Πλυσίματα μες στο ποτάμι,
νεροκουβάλημα στα χέρια.
Ηλεκτρισμός άγνωστη λέξη,
γκαζόλαμπες για τα νυχτέρια.
         
Κεραίες και τηλεοράσεις,
με το διαδίκτυο συνδέσεις,
τηλέφωνο και στο χωράφι.
Δεν έχουν τέλος οι ανέσεις.

Τεράστια η πρόοδός μας,
οι βελτιώσεις στη ζωή μας.
Κι ό,τι καινούριο μάς γυαλίσει,
κι αυτό το θέλει η ψυχή μας.

Τεράστια η πρόοδός μας,
μα κάτι, πίσω έχει μείνει.
Νά ’ναι στα κύτταρα γραμμένο;
θ’ αρχίσει κάποτε να φθίνει;

Η ζήλεια, το μικροσυμφέρον,
η κακεντρέχεια κι ο φθόνος
εκεί στα ίδια παραμένουν.
Και φεύγει άπρακτος ο χρόνος.

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2020

Φιλοδοξίες άδειες


Δεν την αφήνει ο καημός την κυρα-Λένα
κι ας βλέπει το Λουκά της ευτυχή,
τα όνειρά της πήγανε χαμένα
σπουδαίο κάποια μέρα να τον δει.

Το γιόκα της να βλέπει σπουδαγμένο,
να συζητούν γι’ αυτόν στις γειτονιές,
να είναι τ’ όνομά του φημισμένο
και σε γραφεία νά ’χει θέσεις ζηλευτές.

Πολύ τού Γυμνασίου το φορτίο,
τα γράμματα βαριά για το Λουκά,
δυστυχισμένος τρία χρόνια στο θρανίο.
Άφησε πίσω εξισώσεις και ρητά.

Στα κτήματά τους ο Λουκάς ευτυχισμένος
με όρεξη και πάντα εργατικός,
στις καλλιέργειές του αφοσιωμένος,
σε όλα πρακτικός και τακτικός.

Για τη δουλειά του φανερή η κλίση,
(ω! πόσα νά ’ναι τ’ άτυχα παιδιά;)
σαν αγκαλιά αισθάνεται τη Φύση
και χαίρεται δική του τη σοδειά.

Η κυρα-Λένα στα χαμένα μεγαλεία
ζηλεύει της γειτόνισσας το γιο,
κι ας έρχεται στις πέντε απ’ τα γραφεία
με πρόσωπο συνήθως σκυθρωπό.

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2020

Ιός – ευκαιρία


Εκεί στο μακρινό Χονγκ-Κονγκ πολλές οι δυνατές φωνές
για τη δημοκρατία,
και φοβηθήκανε πολύ οι πάγιοι διαφεντευτές
μη χάσουν τα ηνία.

Μα ξάφνου άγνωστος ιός, θανατηφόρος, τρομερός
απλώθηκε σαν κύμα,
ο θόρυβος πρωτοφανής, απρόσμενος ο κονιορτός.
Και κόπηκε το νήμα. 

Ειδήσεις τρομοκρατικές, οι άνθρωποι σε πανικό 
φιμώθηκαν με μάσκες,
οι αντιδράσεις πενιχρές, το κλίμα πια ιδανικό
στου φασισμού τις κάστες.

Σίγουρα είναι φονικός για κάποιους ο ιός αυτός
σ’ όλες τις πολιτείες.
Μα είναι εξ ίσου σίγουρο πως είναι τόσο βολικός
για κάποιες εξουσίες.

Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020

Δεμένοι


Μαζί τους για τον πόλεμο·
χρειάζονταν γενναίους
οι φίλοι και οι σύμμαχοι.
Μας γέμισαν επαίνους!

Χαρήκαν την ειρήνη τους
στο δρόμο τής ομόνοιας,
εμείς μες στα ερείπια
στο άγος τής διχόνοιας.

Αργή ανασυγκρότηση
και πάντα διχασμένοι,
με άσματα ηρωικά
στο άρμα τους δεμένοι.

Σχετικά ποιήματα  1, 2, 3

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2020

Υποζύγια


Εκείνος σαν υπόδικος με μια γυναίκα κέρβερο –
το σφάλμα τού συμβιβασμού.
Εκείνη στην απόγνωση με σύζυγο αβέλτερο –
το σφάλμα γάμου βιαστικού.

Απολαμβάνουν το μαζί με τη συνεργασία τους
σε διπλανά γραφεία.
Τα σφάλματά τους λοιδορούν και την αποτυχία τους,
διψούν για ευτυχία.

Πρωί-πρωί για τη δουλειά, με βιάση το ξεκίνημα
τη θλίψη τους ν’ αφήσουν,
νωρίς να φτάσουνε κι οι δυο για ένα νέο σκίρτημα,
λίγη χαρά να ζήσουν.

Δεσμεύσεις, αδιαίρετα και των γονέων η φωνή·
δειλία για διαζύγια.
Παρηγοριά τους η δουλειά σε μια παράλληλη ζωή·
και μένουν υποζύγια.

Σάββατο 22 Αυγούστου 2020

Περί οπής εν ύδατι


Ζήτημα μέγα, σοβαρόν δι’ οπήν τινά εν ύδατι
επραγματεύθην εμβριθώς εν επικώ ποιήματι,
με στίχους αρχαιοπρεπείς μεγάλων αξιώσεων,
κεκοσμημένους δαψιλώς μετά σπανίων γνώσεων.

Προσέθεσα επί σκοπώ και αγγλισμούς τής εποχής,
καθ’ όσον πλείστοι σήμερον λογίζονται γλωσσομαθείς.
Δια να το κρίνει θετικώς το υπερλυρικόν κοινόν,
προσήρτησα επιμελώς και πλέγμα στίχων σκοτεινών.

Με όρους φιλοσοφικούς διήνθισα το ποίημα.
Οι φίλοι απεφάνθησαν: υψιπετές αφήγημα.
Εθαύμασαν τους δομισμούς και τους αδρούς λειτουργισμούς,
αρκούντως εξετίμησαν μεταμοντέρνους λογισμούς.

Και αναμένω, κριτικοί φιλέρευνοι, νοήμονες
υμνητικώς να το δεχθούν ως σοβαροί ειδήμονες,
να το προβάλουν επαρκώς το ποίημα περί οπής.
Και πλέον να με θεωρούν ως ποιητήν περιωπής!

Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

Ήρθε ο φίλος


(Μετά από 30 χρόνια ξαναβρεθήκαμε με τον καλό φίλο)

Τριάντα χρόνια μακρινά
κι ο φίλος ήρθε στην αυλή μας.
Μια ώρα στα σημερινά·
λες κι ήταν πάντοτε μαζί μας.

Τριάντα χρόνια μια στιγμή,
συμπύκνωση του παρελθόντος,
μέσα στο χρόνο μια ρωγμή
και γίναν όλα τού παρόντος.

Τόσα ωραία μάς κρατούν,
φίλε, ξανά να μη χαθούμε,
τα χρόνια δε μας καρτερούν.
Από κοντά να πορευτούμε.
.         .         .         .         .         .         .         .         
Την επομένη τής συναντήσεως ο φίλος έστειλε το μήνυμα: «Ίσως μόνο ένα ποίημα να μπορούσε να εκφράσει σύντομα και περιεκτικά την παράξενη λειτουργία τής σκέψης και του χρόνου. Σαν να πέρασαν μόνο τριάντα λεπτά και όχι χρόνια για το οικείο που ξεπήδησε μπροστά, συμπυκνώνοντας του χρόνου τα γεμίσματα σε ένα γνώριμο μοτίβο».

Από το ωραίο αυτό μήνυμα ξεπήδησαν οι στίχοι!

Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

Εκκίνηση


Μια λέξη βγαίνει και καλεί,
κάποια ιδέα κουβαλάει,
πιάνει στασίδι στο χαρτί
κι από το χέρι σε τραβάει,
στων λέξεων τις αρμαθιές
να βρεις μια ταιριαστή παρέα
και διαλεχτές χρωματιστές
να ζωγραφίσεις την ιδέα.

Για της ιδέας το σκοπό,
με της αλήθειας το συρμό
συνταξιδεύουνε και μύθοι.
Σ’ έναν κρυφό συντονισμό
βρίσκουν ρυθμό αρμονικό
και ξεδιπλώνονται οι στίχοι.

Σάββατο 8 Αυγούστου 2020

Η Βασίλω στα Μάρμαρα


(Οι στίχοι αυτοί μπορεί να μιλούν για μια ογδοντατριάχρονη, όμως η αφορμή τους είναι μια θλιβερή διαπίστωση: Ότι υπάρχουν νέοι, απόφοιτοι Λυκείου, που αγνοούν το ζήτημα των κλεμμένων μαρμάρων μας).
                     __________________
Δε μ’ άρεζαν τα γράμματα, βαριόμουν το σχολείο,
και το απολυτήριο σχεδόν χατιρικά,
ποτέ δεν αξιώθηκα να πάω σε μουσείο,
από μικρή στα κτήματα και στα οικιακά.

Τα χρόνια μου περάσανε, κοντά ογδοντατρία,
και τώρα στις κοτούλες μου και στο νοικοκυριό,
η πρώτη εγγονούλα μου σπουδάζει στην Αγγλία
και με το σκάιπ μ’ έμαθαν μαζί της να μιλώ.

Μου λέει τι καλά περνά στην ξένη πολιτεία,
που είναι πρώτη σε πολλά και στον πολιτισμό,
θα ψάξει είπε και θα βρει μια κάποια ευκαιρία,
με λίγα μόνο χρήματα να πάω να τη δω.

Να μη σας τα πολυλογώ, βρέθηκα στην Αγγλία,
μα πέντε μέρες έβρεχε, Ιούνιο καιρό,
τι σόι χώρα είν’ αυτή που έχει και πρωτεία;
αν βρέχει πάλι αύριο, θα φύγω στο χωριό.

Την έκτη μέρα τελικά μπορέσαμε να βγούμε,
κινήσαμε πρωί-πρωί μ’ έναν βαρύ καιρό,
με πήγε εδώ, με πήγε εκεί, ήταν πολλά να δούμε,
και θαύμασα τις γέφυρες, τα πλοία, το μετρό.

Όμως εκεί που τά ’χασα κι έμεινα να κοιτάζω,
ήτανε στο μουσείο τους, παράξενα πολλά,
σε μια μεγάλη αίθουσα τι να πρωτοθαυμάσω,
αγάλματα μαρμάρινα κι ένα σωρό γλυπτά.

Τα άλογα που νόμισα πως θα μου χλιμιντρίσουν,
τα πρόσωπα που έμοιαζαν να είναι ζωντανά.
Πώς μπόρεσαν στα μάρμαρα απάνω να κεντήσουν,
τα χέρια που τα σκάλισαν θα ήταν θεϊκά.

Δεν ξέρω για το σήμερα, μα οι αρχαίοι Άγγλοι
θα ήταν οι καλύτεροι απ’ όλους τους λαούς,
μου φαίνεται απίθανο να κάναν κάποιοι άλλοι
τέτοια αριστουργήματα που είχαν στους ναούς.

Γελά η εγγονούλα μου γι’ αυτά που αραδιάζω
κι αρχίζει να μου εξηγεί για τα ιστορικά,
αυτά που τώρα βλέπαμε και τόσο τα θαυμάζω,
κλεμμένα όλα ήτανε, γλυπτά ελληνικά.

Ξαφνιάστηκα, δεν ήξερα αυτήν την ιστορία,
μα πόσο αστοιχείωτη ήμουνα στο χωριό;
Ντράπηκα για την άγνοια και την αδιαφορία
και μ’ άδραξε το χρέος μου το πατριωτικό.

Ακούς εκεί να βάλουνε στ’ αγάλματα πριόνια,
λες κι ήτανε καυσόξυλα που κόβουν στο βουνό.
Οργίστηκα, που τά ’χουνε δικά τους τόσα χρόνια,
και με κραυγές ξεκίνησα το δίκιο μας να βρώ:

–Αδίστακτοι, παλιάνθρωποι, κλέφτες πολιτισμένοι,
χωρίς ντροπή αρπάξατε τους ξένους θησαυρούς,
εκτεθειμένοι είσαστε σ’ όλη την οικουμένη,
και πώς το καταδέχεστε στους τωρινούς καιρούς;

Ξαφνιάστηκαν οι φύλακες, με βγάλαν άρον-άρον,
νομίσαν πως τρελάθηκα που σήκωσα φωνές,
ξανά τους αποκάλεσα απόγονους βαρβάρων
και με χοντρά χωριάτικα τους γέμισα βρισιές.

Εξήγησε η εγγονή τι ακριβώς συμβαίνει,
που μια αγράμματη γιαγιά το δίκιο της ζητά,
εκείνοι καταλάβανε αυτό που λεν οι ξένοι
και ντροπιασμένοι ζήτησαν συγγνώμη σαν παιδιά.
                 ____________________
Την άλλη μέρα βιαστική σηκώθηκε η Βασίλω
και το βραδάκι έφτασε και πάλι στο χωριό,
φώναξε την ξαδέρφη της, την έξυπνη Κοντύλω
και της τα εξιστόρησε με ύφος σοβαρό.

Αμέσως κυκλοφόρησαν τα νέα τής Αγγλίας
και το χωριό αισθάνθηκε βαριά την ενοχή.
Αψήφησαν προβλήματα, γνωστά τής ηλικίας,
και γρήγορα οργάνωσαν μεγάλη εκδρομή.

Στον Παρθενώνα έφτασαν να δουν τα μάρμαρά μας
και στάθηκαν κατάπληκτοι μπροστά στο θησαυρό.
Ξεπλήρωσαν το χρέος τους γι’ αυτά τα ιερά μας
και στη Βασίλω είπανε τρανό ευχαριστώ!