Κυριακή 31 Μαΐου 2020

Όλοι για την αγάπη


Για την αγάπη τού πλησίον
οι αναρτήσεις σωρηδόν
με σχόλια πλημμυρισμένες,
και τα «μ’ αρέσει» βροχηδόν.

Ρητά σοφών και παροιμίες
και αποστόλων διδαχές,
για την αξία τής αγάπης
φιλάνθρωπες παραδοχές.

Βεβαιωμένη η αγάπη,
πρώτος σκοπός σημαντικός.
Ο κόσμος έγιν’ επιτέλους
οριστικά αγγελικός!...

Τετάρτη 27 Μαΐου 2020

Ο κουκής


Ο κύριος κουκής,
παλιός πολιτευτής,
κατάφερε επιτέλους
να γίνει βουλευτής.

Του κόμματος στελέχη,
μηχανισμοί παλιοί
βοήθησαν με τρόπο
και μπήκε στη βουλή.

Πολλά απολαμβάνει
ο κύριος κουκής.
Μα τι ωραία είναι
να είσαι βουλευτής!

Ψηφίζει κάθε νόμο
που φέρνουν υπουργοί,
ποτέ δεν τους διαβάζει·
τα ξέρουνε αυτοί.

Μια μέρα στο γραφείο
εξήγηση ζητούν
αγρότες τού νομού του,
και κάποιοι φωνασκούν.

Γιατί πριν από μέρες
ωραίος και καλός,
μα ψήφισες το νόμο
που τα ορίζει αλλιώς;

Εγώ για την πατρίδα
φροντίζω διαρκώς,
για το καλό τού έθνους
θα μένω σταθερός.

Αυτά μάς τά ’χεις πει
πολλές φορές, κουκή,
μα πες μας για το νόμο
που ψήφισες εκεί.

Ζητούνε απαντήσεις,
ρωτούνε το γιατί.
Μα τι να εξηγήσει
ένα μικρό κουκί;


Κυριακή 24 Μαΐου 2020

Είχε τελειώσει


Τη λάτρεψε, τον λάτρεψε, κι ο ενθουσιασμός τους
απόφαση τους έβγαλε να μείνουνε μαζί.

Δυο χρόνια συγκατοίκηση, λατρείες και δηλώσεις:
«χωρίς εσένα νόημα δεν έχει η ζωή».

Δυο χρόνια συγκατοίκηση, μικρές ατασθαλίες
αφήνονταν· τις σκέπαζαν οι μεγαλοστομίες.

Δυο χρόνια συγκατοίκηση και ήρθε η στιγμή·
εκείνη ανεξέλεγκτα σήκωσε τη φωνή.

Σαν κεραυνός τού έπεσε ο βίαιος θυμός της.
Πώς κονιορτοποιήθηκε ο ενθουσιασμός της;

Και άρχισε ν’ απαριθμεί ποικίλα κρίματά του
που μαύριζαν κι ακύρωναν τα προτερήματά του.

Τεράστια φαντάξανε αυτά τα πταίσματά του·
ασήμαντα τα νόμιζε μπρος στα αισθήματά του.

Μεγάλες ορθωθήκανε μέσα του ενοχές,
κι ας ήτανε τα λόγια της γεμάτα υπερβολές.

Της είπε πως τη λάτρευε. Της κράτησε τα χέρια,
κι ένα μεγάλο ευχαριστώ που βγήκαν ως τ’ αστέρια.

Φορτώθηκε περίλυπος τις τόσες ενοχές του
κι έφυγε μίλια μακριά μαζί με τις πληγές του.

Τετάρτη 20 Μαΐου 2020

Βασιλικός


Καλλονή από τις λίγες στην παλιά φωτογραφία,
την κοιτάς και δε χορταίνεις τη γλυκιά της ομορφιά.
Τώρα στα ογδονταπέντε – αναπόφευκτη πορεία –
με ρυτίδες οργωμένη, τα μαλλιά της αραιά.

Στήριγμά της το μπαστούνι και η πλάτη κυρτωμένη,
στο λαιμό της και στα χέρια τα σημάδια φανερά.
Όμως στο χαμόγελό της μία θέρμη ζηλεμένη
και στη λάμψη των ματιών της ζωντανή η ομορφιά.

(Βασιλικός κι αν μαραθεί, τη μυρωδιά την έχει)

Παρασκευή 15 Μαΐου 2020

Δικαίως


Ακούν με προσοχή οι δικαστές,
θωρούν και τις συσπάσεις τού προσώπου,
να είναι πρέπει δίκαιοι κριτές,
να βρούνε την αξία τού ανθρώπου.

Γνωστά τα πεπραγμένα του· βοούν.
Μέχρι θανάτου γρονθοκόπησε το θύμα.
Για κάτι ασήμαντο οι γείτονες μιλούν,
εκεί στα όρια μια πιθαμή στο κτήμα.

Δηλώνει εξαρχής μετανοιωμένος,
πως είναι θύμα μιας κακιάς στιγμής,
μπροστά στους δικαστές συνεσταλμένος
ο εύσωμος ευέξαπτος νταής.

«Συγγνώμην» και «λυπάμαι» συνεχώς,
συντετριμμένος στην απολογία,
στον τόνο τής φωνής του και λυγμός
με προσεγμένη φρασεολογία.

Συσκέπτονται αργά οι δικαστές,
ακούσανε δεκάξι μαρτυρίες
αυτών που γνώρισαν τις βάρβαρες γροθιές·
πρωτοστατούσε ο νταής σε φασαρίες.

Συνηθισμένος τρόπος οι γροθιές,
υβριστικός για την αξία τού προσώπου.
Ζυγίσανε τα πάντα οι δικαστές·
και την ηθοποιία υπανθρώπου.

Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

Θύμα θυμού


Κάπου διαφώνησε ο φίλος σε μια συζήτηση απλή,
και ξάφνου ο θυμός του μέγας.
Αγνώριστος στην έκρηξή του, η έκφρασή του βλοσυρή.

Το τράβηξε πολύ το θέμα σκαλίζοντας κάτι παλιά,
ασήμαντα και τετριμμένα.
Και φούντωσε μονολογώντας· μεγάλη μέσα του φωτιά.

Ο φίλος ήταν μετρημένος, καλότροπος και σοβαρός.
Μα λύθηκε το χαλινάρι.
Και αποκάλυψε το ψέμα. Τι μαρτυριάρης ο θυμός!

Δευτέρα 11 Μαΐου 2020

Μνήμη


Δίπλα στη σόμπα τη σβηστή το ξύλινο κρεβάτι,
στο πάτωμα μοναδικά στρωσίδια υφαντά,
προσκέφαλο πολύχρωμο, της προίκας μαξιλάρι,
πολύτιμα κεντήματα αριστοτεχνικά.

Όπου κι αν γύρισε η ματιά, τα έργα των χεριών της,
από τα δέκα χρόνια της μέχρι τα γηρατειά,
οι λέξεις αντηχήσανε των διηγήσεών της,
παντού η παρουσία της. Μία πληγή βαθιά.

Άδειο το σπίτι, άψυχο, μ’ όλη την ομορφιά του,
η αντοχή μου λιγοστή να μείνω πιο πολύ,
της κλειδωνιάς το τρίξιμο, μαχαίρι στα πλευρά μου,
αργόσυρτο το βήμα μου, βαρύθυμη φυγή.

Και στην αυλή, σαν ψίθυρος, τα λόγια τού παππού μου,
εκείνος στα ογδονταεφτά, εγώ παιδί μικρό,
σαν άρχιζε και σκάλιζε τα έγκατα του νου του,
το δάκρυ για τη μάνα του ανάβλυζε πικρό.

Σάββατο 9 Μαΐου 2020

Έκκληση κόρης


Ατέλειωτη η αγάπη σου σαν θάλασσα, μεγάλη,
θερμή φωλιά την ένιωθα τη λατρευτή σου αγκάλη.
Όταν πορεία έψαχνα, γινόσουνα πυξίδα,
γλυκιά η συμπαράσταση σε κάθε μου ελπίδα.

Μα είμαι πια εικοσιεννιά, πολλά μού έχεις μάθει,
ξέρω τις εμπειρίες σου, αυτά που έχεις πάθει.
Σταμάτα τώρα, μάνα μου, τόσο να με φροντίζεις,
δε γίνεται, μανούλα μου, εσύ να με ορίζεις.


σχετικό 

Τετάρτη 6 Μαΐου 2020

Τιμητής


Δυσδιάκριτο για τους πολλούς το λάθος,
εκείνος το εντόπισε ευθύς,
θηρίο πάντα μέσα του το πάθος,
και κάθισε να γράψει. Ευτυχής!

«Ο κύριος τάδε με το ¨εισαγάγει¨
μπερδεύεται ακόμα μια φορά,
εκεί που χρειαζόταν το ¨εισάγει¨,
δε μπόρεσε να δει τη διαφορά».

Διακόσιες λέξεις για τον κύριο τάδε
αράδιασε με οίηση ολκής,
του πέταξε στο τέλος κι ένα «μάθε»,
σκαιότατα ο άτεγκτος κριτής.

Διήγημα πρωτότυπο, ωραίο,
εκείνο το επίμαχο γραπτό,
ο κύριος τάδε γράψιμο πηγαίο,
εδώ και χρόνια όνομα γνωστό.

Δυο φράσεις βρήκε μόνο για να γράψει
σαν παρουσίαση ο κύριος τιμητής.
Ουδέτερα, χωρίς να σχολιάσει
τον τρόπο και το ύφος τής γραφής.

Αντιπαρήλθε του κειμένου την ουσία·
η κακεντρέχειά του εμφανής.
Ανέδειξε του λάθους την αξία,
ως λαθοθήρας συνεπής!