Σαν το μπουμπούκι που
περίμενε κλειστό
του ήλιου την ενθάρρυνση,
στεκόταν στην αυλή της.
Μια λέξη πήγα να της πω
και ξαφνικά λουλούδιασε
η τέλεια μορφή της.
Το ρόδινο στα μάγουλά της
κι ένα χαμόγελο αχνό
κλέψανε τη φωνή μου.
Και τώρα δε μπορώ να πω
τη λέξη εκείνη τη δική μου.
Και μαγεμένος την κοιτώ!