Μες στην αυγή τής ανέφελης νιότης μου,
ξάφνου απρόσμενο ήρθε σκοτάδι,
σ’ ένα πηγάδι πεσμένος ο ήλιος μου
και η ζωή μου απέραντο βράδυ.
Πριν να μ’ αδράξει η μαύρη απόγνωση,
δίπλα μου έσπευσαν φίλοι πληθώρα,
απ’ το πηγάδι τραβούνε τον ήλιο μου,
δρόμο καινούριο μ’ ανοίγουνε τώρα.
Φαίνεται πάλι το φως στον ορίζοντα,
τόσα εμπόδια γίνονται σκόνη,
μια σιγουριά πλημμυρίζει το είναι μου
με το ξεκίνημα για τη Βοστώνη.
Με τη θερμή σας τη συμπαράσταση,
φεύγω για νά ’ρθω γερός στην πατρίδα,
δύναμη μέγιστη είν’ η αγάπη σας,
μέσα στο αίμα μου ζει η ελπίδα.