Χιλιάδες
άστρα κάθε βράδυ στου ουρανού τη φορεσιά,
ανάμεσά
τους τα σπουδαία, ονόματα ξεχωριστά.
Αλτάιρ,
Βέγας και Αρκτούρος και ο Αντάρης τού Σκορπιού
κρατούνε
μόνιμα τα σκήπτρα τούς μήνες τού καλοκαιριού,
ο
Μπετελγκέζ κι ο Λαμπαδίας των χειμωνιάτικων μηνών,
φανταχτερός
και πρωτοστάτης ο Σείριος των ποιητών.
Χιλιάδες
άστρα, όλα ήλιοι, αυτόφωτοι, μοναδικοί,
μικροί,
μεσαίοι και μεγάλοι στων αστρονόμων τη σπουδή.
Σε
κάποιαν άκρη ξεχασμένη, έν’ αστεράκι μοναχό,
χρόνια
και χρόνια περιμένει να το κοιτάξουνε κι αυτό,
να
δουν και τη δική του λάμψη, τη θέση του στη φορεσιά,
να
εκτιμήσουνε το φως του. Έχει κι αυτό κάποια θωριά.
Και
ω του θαύματος! μια νύχτα, δυο αστρονόμοι ερευνούν,
έχουνε
στρέψει το φακό τους, με προσοχή το μελετούν,
μετρούνε
πάλι αποστάσεις, διαβάζουνε παλιά χαρτιά
και
τη λαμπρότητα συγκρίνουν με άλλα άστρα κοντινά.
Περνούν
οι νύχτες κι επιμένουν σ’ αυτό το άστρο το μικρό,
κάτι
κεντά την προσοχή τους στον ουρανό το μακρινό.
Και
να που φτάνουνε στο τέλος· του κόπου τους η αμοιβή,
χαρούμενοι
οι αστρονόμοι για τα καινούρια πού ’χουν βρει.
Φαινόταν
άσημο τ’ αστέρι στην ξεχασμένη του γωνιά,
όμως
η άοκνη μελέτη τού δίνει τη σωστή θωριά.
Χωρίς
καμιάν αμφιβολία διαστάσεις έχει φοβερές,
μα
τόσο απομακρυσμένο που δείχνουνε πολύ μικρές.
Είναι
το φως σου, αστεράκι, για εκατό Αυγερινούς,
είσαι
κι εσύ λαμπρός αστέρας που ξεπερνάς πολλούς γνωστούς.
Κι
αν μένεις στ’ ουρανού την άκρη και μόνο λίγοι σε κοιτούν,
οι
επαΐοντες γνωρίζουν, ξέρουν καλά να εκτιμούν…