Κυριακή 30 Απριλίου 2017

Η σκοτεινή πλευρά


Φιλότιμος, μακρόθυμος, πηγαίος,
ειλικρινής και προσηνής,
ανυστερόβουλος, γενναίος,
ευαίσθητος, αλτρουϊστής.

Επαίνους και χτυπήματα στην πλάτη
είχε μαζέψει και χαρεί από μικρός.

Δεν κάκιωνε στις ψεύτικες φιλίες,
με όλους καθαρός και ανοιχτός,
ούτε διύλιζε φτηνές υποκρισίες.
Και ήμερα κυλούσε ο καιρός.

Μα έφτασε το πλήρωμα του χρόνου,
σαν τον πλημμύρισε το ψέμα το πολύ
με κολακείας σκοπιμότητες χυδαίες,
εκμεταλλεύσεις δίχως κάποια συστολή.

Ξαναμελέτησε τις όμορφες ιδέες.
Κι άφησε πίσω του το άδολο παιδί.

Γυρίσανε ανάποδα οι δείκτες
και υποψίες τού καρφώθηκαν στο νου,
εκεί που έβλεπε μονάχα καλοσύνες,
τώρα ξεφύτρωνε η όψη τού κακού.

Τους άφησε ανάποδα τους δείκτες
να σβήνουνε γοργά το παρελθόν,
συμμάζεψε αγάπες και φιλίες
κι όρθωσε φράχτη στο δικό του το παρόν.

Ξεφόρτωσε το βάρος των επαίνων
και των χαμόγελων την άφθονη βαφή.
Πήρε στα χέρια του τη ρότα των ανέμων,
από των άλλων την τριβή ν’ απαλλαγεί.

Ελεύθερος στη νέα του πορεία,
στην άκρη τα φορτία τα παλιά.

Μα έπεσε βαριά η εμπειρία,
θηρίο ψυχοβόρο η μοναξιά.
Ετούτη η  ακραία ελευθερία
είχε μιαν άλλη, κατασκότεινη, πλευρά.


Παρασκευή 21 Απριλίου 2017

ελλάς ελλήνων χριστιανών ΕΑΤ-ΕΣΑ


Σαν σφάγιο πάνω στο κρύο τσιμέντο,
κορμί μαυρισμένο, σπασμένα πλευρά.
Γελούν στο κελί της με ύφος γενναίο,
και μ’ έναν κουβά τής πετούνε νερά.

Για μπάλα την είχαν οι δέκα αρβύλες,
μια ώρα κλωτσούσαν χωρίς δισταγμό,
βροχή οι βρισιές τους, χριστούς, παναγίες,
με λύσσα κι οι πέντε μπροστά στον εχθρό,
κι εκείνη, νεκρές-ζωντανές τις αισθήσεις,
με πείσμα κρατούσε το στόμα κλειστό.

Σταμάτησαν πια ιδρωμένοι οι πέντε,
η ώρα πλησίασε για φαγητό,
στολή ευπρεπίζουν, αρβύλες σκουπίζουν,
να έχουν σωστό παρουσιαστικό.
Με τάξη στις θέσεις μπροστά στο τραπέζι.
Και πριν ξεκινήσουνε κάνουν σταυρό.

                              Ανάρτηση αφιερωμένη σ’ εκείνους που έπεσαν
                                       στα νύχια των υπανθρώπων τής χούντας.

Σχετικά ποιήματα   1, 2, 3, 4


Τρίτη 11 Απριλίου 2017

Φέρομαι και με φέρουν στην 20η


Ευδιάκριτα επάνω μου προβλήματα υγείας,
δε φρόντισα για συμβουλή ενός καλού γιατρού,
ήμουνα της αναβολής και της αδιαφορίας
και κάποια μέρα έπεσα σε κρίση πανικού.

Ήρθανε ξάφνου τρεις γιατροί για να με συνεφέρουν,
φαίνεται η αρρώστια μου ήταν πολύ βαριά.
Αρχίσανε παράξενα  λογάκια να προφέρουν
και φάρμακα πανάκριβα να γράφουν στη σειρά.

Είπανε, για χατίρι μου τα πάντα θα προσφέρουν,
αν κάνω ό,τι θα μου πουν κι είμαι καλό παιδί.
Σ’ όλο τον κόσμο άρχισαν εμένα ν’ αναφέρουν,
κάποιοι με κατηγόρησαν και ντράπηκα πολύ.

Δείχνουν πως εξ αιτίας μου κι εκείνοι υποφέρουν
κι ανάλογα κοστολογούν δική τους αμοιβή.
Αρχίσαν απ’ το σπίτι μου πολλά να μεταφέρουν,
τα λίγα μου υπάρχοντα τα βγάζουν στο σφυρί.

Έχουνε βάλει διάφορους, ποσά να συνεισφέρουν,
μ’ έχουνε δέσει για καλά μ’ ένα μακρύ σκοινί.
Σαν το πειραματόζωο παντού με περιφέρουν,
το πάθημά μου το κρατούν και γι’ άλλους απειλή,
μα διακηρύσσουν διαρκώς πως θα μ’ επαναφέρουν
σε μια σωστή κατάσταση, ακμαίο κι υγιή.

Μου λεν πως παραφέρομαι, σαν έχω αντιρρήσεις,
πως δεν συμπεριφέρομαι με τρόπο λογικό,
πρέπει να ενδιαφέρομαι για τις δικές τους κρίσεις
κι αυτά που τους υπέγραψα, πιστά να τα τηρώ.

Μου δείχνουνε τους αριθμούς, τι έχουνε εισφέρει,
το πόσο ξοδευτήκανε, να γίνω εγώ καλά.
Για όσα στην υγεία μου έχουνε επιφέρει,
λογαριασμό δε δίνουνε, δε βγάζουνε μιλιά.

Παρά τα τόσα φάρμακα δεν έχουν καταφέρει
να διώξουν την αρρώστια μου, γερός να σηκωθώ.
Το βλέπω πως κοντύτερα στον τάφο μ’ έχουν φέρει,
να μη μπορώ στα πόδια μου μόνος μου να σταθώ.

Αυτές τους οι προσπάθειες τι έχουν αποφέρει,
όπως και τόσες γνώμες τους που έχουνε εκφέρει;
Αυτός που κάνει το καλό έτσι πώς τον συμφέρει,
από τον άλλο, τον κακό, σε τι τάχα διαφέρει;


Δευτέρα 3 Απριλίου 2017

Του Απρίλη


Χειμώνα κρατάς την αυγή σου, Απρίλη,
εδώ στα τοπία μου τα ορεινά,
μα γρήγορα φέρνεις το γέλιο στα χείλη,
του κόσμου η νιότη μαζί σου ξυπνά.

Τα δέντρα που δε γελαστήκαν το Μάρτη
κι αντέξανε χιόνια και μέρες υγρές,
λουλούδια απλώνουν στου χρόνου το χάρτη,
ολάνθιστα, μοιάζουν πλατιές αγκαλιές.

Με βιάση στο νέκταρ οι μέλισσες τώρα
πετούν να προλάβουν το ήμερο φως,
ακάματες μέχρι την ύστατη ώρα
στο νου τους ο ένας κοινός τους σκοπός.

Φωλιές τα πουλιά βιαστικά ξαναχτίζουν,
στον κόσμο να φέρουν καινούρια ζωή,
με νότες λυκαύγιες μας το θυμίζουν:
Ο έρωτας δίνει μιαν άλλη αρχή.

Απρίλη, χαμόγελα χίλια μάς φέρνεις,
τη θλίψη μάς σβήνεις του γκρίζου καιρού,
ελπίδες φτερώνεις, καρδιές ανασταίνεις,
και πλέουμε πια στ’ ανοιχτά τ’ ουρανού.