Κύριε
Προϊστάμενε, κύριε Διευθυντά, κύριε Διοικητά,
κύριε
Δήμαρχε, κύριε Υπουργέ, κύριε, κύριε,….
Ω
κλητικές μου προσφωνήσεις,
αφεντικών
κατασκευές,
της
εξουσίας απαιτήσεις,
των
υπηκόων ανοχές.
Σ’
ένα γραφείο βολεμένος,
διευθυντών
υποτελής,
από
νωρίς προσαρμοσμένος
και
με τους πάντες ευγενής.
Με
σεβασμό στους ανωτέρους,
και
στα σωστά και στα στραβά,
από
κοντά στους ημετέρους,
στα
φανερά και στα κρυφά.
Στα
χρόνια, η ανέλιξή μου,
έγινα
πια διευθυντής,
οχτώ
υπό τις εντολές μου,
είχα
κι εγώ υποτελείς.
Πολυτελής
η πολυθρόνα
και
το γραφείο ακριβό,
φέρτε
μου τό ’να, κάντε τ’ άλλο.
Ωραίο,
νά ’σαι αφεντικό!
Και
οι χαϊδευτικές οι λέξεις
«Μάλιστα»,
«Κύριε Διευθυντά»,
πότε
τα γόνατα μού λύναν,
πότε
τη ραχοκοκαλιά.
Υπηρεσία,
γνωριμίες,
ιεραρχία
και δομές,
των
αναγκών οι συγκυρίες,
επιλογές,
προαγωγές.
Το
κόμμα και οι περιστάσεις
και
τα χωριά και οι γνωστοί,
μηχανισμοί,
τηλεοράσεις,
και
με ψηφίσαν βουλευτή.
Με
κοινοτάρχες και δημάρχους,
με
συνδικάτα και φορείς,
δοσοληψίες
με τα Μέσα
και
αυξανόταν η ισχύς.
Και
ήρθε το υπουργιλίκι,
συμβούλια
κι επιτροπές,
σοφέρ,
κινήσεις, υποκλίσεις,
φιλίες
σαν τις εποχές.
Επιλεγόμενες
ειδήσεις,
ισορροπίες
και αυλές.
Συχνά ο φόβος τής ευθύνης,
όμως
χοντρές απολαβές.
Μα
κάποτε αυτά αλλάζουν,
διάδοχοι
άλλοι καρτερούν,
με
διακηρύξεις και ιδέες,
ώσπου
κι αυτοί να γλυκαθούν.
Ω!
εξουσίας ηρωίνη,
ω!
δουλοφρόνων ωσαννά,
υπάρχει
πάντα μια οδύνη
από
το θρόνο μακριά!