Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2012

Υπατία - Αλεξάνδρεια 415 μ.Χ.


                         Α
Λάβαρα, τύμπανα, ρόπαλα, σκόνη,
πλήθος πιστών με σταυρούς και ραβδιά,
σαν το ποτάμι που όλο φουσκώνει,
στης Υπατίας τον οίκο τραβά.

Άσχημα πρόσωπα, πρόστυχες λέξεις,
χειρονομίες, κατάρες, βρισιές,
σαν αγριόσκυλα, όμοιες προθέσεις,
αλαλαγμοί, γρυλισμοί, απειλές.

Κρύβεται ακόμα κι αυτή η εξουσία,
όχλος κυρίαρχος, αιμοδιψής,
νόμος στην πόλη η θηριωδία
αφιονισμένης αγρίας φυλής.

Σέρνουν το κάλλος τα βέβηλα χέρια,
το κουβαλούν σε …αγάπης ναό,
πέτρες, κοχύλια και νύχια – μαχαίρια,
σαν καρχαρίες σε ναυαγό.
                       Β
Ήταν γυναίκα, η γνώση ευρεία,
άλγεβρα, δίκαιο, πολιτική,
αστρονομία, γεωμετρία,
φιλοσοφία, διαλεκτική.

Πνεύμα ελεύθερο, σκέψη σπουδαία,
φήμη, εκτίμηση και μαθητές,
λόγος λαμπρός και η στάση γενναία,
φόβος για ψυχο-εξουσιαστές.

Μικροταγοί, αρνητές τού ωραίου,
ήθους Ελλήνων διώκτες δεινοί,
μόνου θεού εθελούσιοι δούλοι,
όμως κι αδιάντροποι δημαγωγοί
μες στην αμάθεια έχουν φυτέψει
μίσος αλλόθρησκο, μίσος φθηνό,
έχουν τον όχλο αισχρά κολακέψει,
αντί της σκέψης φανατισμό.
                        Γ
Έντρομοι φεύγουν οι λόγιοι όλοι,
τα κυριελέησον διώχνουν το φως,
δύει ο ήλιος στου Ευκλείδη την πόλη,
τώρα κεριά και σκοταδισμός.

Αναξαγόρες, Αισχύλοι, Θαλήδες,
δημηγορίες και λόγοι σοφών,
Μούσες, Ολύμπιοι, Ωκεανίδες,
θέατρα, αγάλματα – έργα θεών
θάβονται, καίγονται, ποδοπατούνται
στ’ όνομα νέου θεού τιμωρού.
Μες στους αιώνες οι όχλοι ορχούνται
πάνω στο πτώμα τού Ελληνισμού.

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012

Πόση αλήθεια;


Λόγια καλά και χαμόγελα άφθονα,
έπαινοι, ύμνοι, φιλοφρονήσεις,
σαν ήμουν νέος, τα έβλεπα άδολα
κι έλεγα είναι ωραίες κινήσεις.

Όμως ο χρόνος, τραχύς και αδέκαστος,
έγραφε αργά τις δικές του εκθέσεις
και αποκάλυπτε ποιος είναι έκαστος,
ποια η αλήθεια και ποιες οι προθέσεις.

Πόσα απ’ του κόσμου τα λόγια αυθόρμητα,
πόσων επαίνων βαριά η αξία,
πόσα τα γνήσια απ’ τα χαμόγελα,
πόσα τα στόλιζε υποκρισία.

Κι όμως!
Μέσα στην άγνοια ήταν καλύτερα,
ήσυχος δίχως καμιά υποψία,
τώρα πληρώνω της γνώσης το τίμημα
κι έχασα πια την παλιά ηρεμία.