Μονάχα σιγανές στιχομυθίες,
παράξενα το πλήθος σιωπηλό,
ο τελετάρχης τελευταίες
οδηγίες,
όμως ανήσυχος, το βλέμμα του
θολό.
Με το χαμόγελό του φορεμένο
μπρος στα μικρόφωνα
ξεπρόβαλε γοργός
και με το ύφος το
δασκαλεμένο
ξεκίνησε χαιρετισμό ο
αρχηγός.
«Σας αγαπώ και σας τιμώ! εγώ
θα »
Μα ξάφνου ένα γιούχα οργισμένο,
μια βροντερή μυριόστομη κραυγή,
οι οπαδοί ποτάμι φουσκωμένο,
λες και σεισμός είχε
ξεσπάσει τη στιγμή.
Οι δορυφόροι του χλωμοί
ανταριασμένοι
τον τράβηξαν με τρόμο, σαν
σακί,
μια πόρτα πίσω ευτυχώς
ξεκλειδωμένη,
και γρήγορα να φύγουν από
κει.
Με ντοκουμέντα η βαριά
καταγγελία,
σε όλους φανερό το μυστικό,
δεν έμεινε καμιά αμφιβολία.
Το προδομένο πλήθος εχθρικό.
Ο αρχηγός τους μία μαριονέτα,
τα ψέματα συνήθης τακτική,
η όλη του πολιτική μια οπερέτα,
για την πατρίδα καταστροφική.