Ακίνητος
στεκόμουνα μη φύγει η καρδερίνα.
–
πάλι την ώρα σου χαλάς;
Του
έδειξα τον Έσπερο· λαμπύριζε στη δύση.
–
τ’ αστέρια τι τα μελετάς;
Ξεχώριζα
τα χρώματα μες στο ουράνιο τόξο.
–
τι ωφελεί να τα κοιτάς;
Του
είπα «άκου μουσική, η λεύκα τραγουδάει!».
–
ξανά για περιττά μιλάς;
Του
έδειξα την κερασιά τη μυριοανθισμένη.
–
ωραία! τον Ιούνιο κεράσια φορτωμένη!
Γαλάζια
μάτια ο γείτονάς μου, του τα παινούσαν αρκετοί,
και
κείνος περηφανευόταν «όραση έχω δυνατή»!
Όσο
κι αν ήταν κάτι ωραίο, ο γείτονάς μου ο καλός
«τι
ωφελεί;» ρωτούσε πάντα. Μέχρι το τέλος του τυφλός!
(παιδικές
αναμνήσεις)