Πέμπτη 8 Μαΐου 2025

Αμνήμων

 
Σε μια χαράδρα σκοτεινή στα έγκατα του νου σου,
απρόσμενα βυθίστηκες, κι ο χρόνος σου νεκρός.

Αυτή σε ανασήκωσε να ξαναβγείς στο φως σου
και γύρισε σε άνοιξη ο άγριος καιρός.
Αυτή το γέλιο σού ’φερε στα κλειδωμένα χείλη
κι άρθρωσες λέξεις σου παλιές που είχανε σβηστεί.
Αυτή, ο μόνος αρωγός, χαμένοι σου οι φίλοι,
και μένει αταλάντευτη σε κάθε σου στιγμή.

Στέκει ακόμα δίπλα σου, τη γλώσσα σου αντέχει,
τώρα που καβαλίκεψες το βουερό σου εγώ,
χωρίς καμιά περίσκεψη κουνάς ξανά το χέρι
και δεδομένο θεωρείς δικό σου τον καιρό.