Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2019

Δεν βρίσκουμε



Ψάχνουμε να βρούμε σ’ όλο το χωριό
νέο κοινοτάρχη, κάποιον ικανό.
Κάποιοι που μιλούνε και τα λεν σωστά,
κάθονται στην άκρη, δεν τραβούν μπροστά.

Χρόνο με το χρόνο τώρα συνηθίσαμε
και σε τιποτένιους το χωριό αφήσαμε.
Από τους ανίκανους στους ανεπαρκείς,
από τους ολίγιστους στους ψοφοδεείς.


Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2019

Διάλογος


Με διάλογο ψάχνουμε τρόπο να βρούμε,
αλήθεια ζητούμε και ποιο το σωστό,
υπεύθυνοι άνθρωποι, συνομιλούμε,
και αν διαφωνούμε, δεν είναι κακό.

Δική μας ελεύθερη έχουμε κρίση
να βρούμε καλόπιστα τόπους κοινούς,
δε δίνουμε μάχη το ποιος θα νικήσει,
κρατούμε τους τόνους μας διαλλακτικούς.

Στην άκρη αφήνουμε τις αγκυλώσεις,
θυμούς και συνθήματα και διαγραφές,
δεν είναι τα λόγια μας ανακοινώσεις
και δεν απαντούμε με ου! και κραυγές.


Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

Αμάραντο λουλούδι



Από φωτιές τού δειλινού που καιν στον ουρανό της,
δεκάδες παίρνω χρώματα για μια της ζωγραφιά
και φέρνω πίσω ανθηρό το θείο πρόσωπό της,
ανώτερο κι ασύγκριτο με όποιαν ομορφιά.

Δέκα τα χρόνια που ’φυγε, μια μέρα αποφράδα,
μα η θωριά της έρχεται μπροστά μου ταχτικά,
κάποιες νυχτιές χαμογελά σε μια αστρική συστάδα
και από κει τα λόγια της ηχούνε μυστικά.

Είναι πληγή και βάλσαμο η γλύκα τής μιλιάς της,
και μοναχός μου απαντώ, φωνάζω τ’ όνομά της.
Για σένα κάθε μέρα μου γράφω κι ένα τραγούδι,
πώς σε κρατάω μέσα  μου αμάραντο λουλούδι!



Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2019

ΜΜΕ Μέσα μαζικού εκπολιτισμού



Της αλήθειας υπηρέτες, σκοπιμότητα καμιά,
με ευθύνη στους πολίτες, σεβασμός και στα παιδιά.
Του διαλόγου θιασώτες, σοβαρή η κριτική,
στα στραβά τής εξουσίας σθεναρά ελεγκτικοί.

Και της τέχνης υπηρέτες, του ωραίου εραστές,
για τη μόρφωση του κόσμου επιπέδου εκπομπές.
Η φροντίδα για τη γλώσσα έγκυρη και διαρκής.
Βάρος στην ψυχαγωγία – μακριά οι ευτελείς.

Ένας ευγενής αγώνας για πατρίδα και λαό,
για του ανθρώπου την αξία και τον εκπολιτισμό.
(ευσεβείς πόθοι)


Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Το λάθος τού Ευρύνη



Ανεκτικός ο ήσυχος Ευρύνης,
αντιπαρέρχονταν μεγάλα και μικρά,
το δόγμα του: «απλόχερα να δίνεις».
Κι αναζητούσε σ’ όλους ελαφρυντικά.

Εμπόδιζε τα λόγια και τις ρήξεις,
ωθούσε τη συζήτηση αλλού,
καλόπιστα παντού τις εξηγήσεις·
απέκτησε τη φήμη τού καλού.

Αγάπη καθαρή για τους ανθρώπους,
δεν ήθελε ποτέ του το κακό,
κι αν δοκιμάζονταν τα όρια στους τρόπους,
κρατούσε κλειδωμένο το θυμό.

Γυρίζανε και φεύγανε τα χρόνια,
σωρεύονταν μεγάλα και μικρά.
Και μία μέρα ο καλότατος Ευρύνης
αθόρυβα τραβήχτηκε μακριά.  

Φοβήθηκε μη και λυθεί η μιλιά του·
τα ένιωθε φθαρμένα τα λουριά.
Τα κάποτε ακμαία όριά του
τά ’χε διαβρώσει η ανθρώπινη σκουριά.


Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2019

Ξένιος Ζευς και σύνεση



Δώσε ψωμί στον πεινασμένο,
μη διώχνεις τον κατατρεγμένο,
σε όλους δείξε ανθρωπιά.

Μα φύλαξε και την πατρίδα
από την ξένη πλημμυρίδα
και του εχθρού την πονηριά.


Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

Η Μαριγώ και η Αρτέμω



                                              Μια αληθινή ιστορία, 1950
Στα δεκαεννιά της η Αρτέμω, στα είκοσι η Μαριγώ
έχουνε πλέον μεγαλώσει, ήρθε καιρός για το γαμπρό.
Οι αδερφές αγαπημένες έχουν κοινά τα μυστικά,
συνηθισμένες οι κουβέντες για προξενιά και για προικιά.

Η Μαριγώ με βλεμματάκια πλησίασε το Νικολή,
το γείτονα που συμπαθούνε και είναι όμορφος πολύ.
Στο πίσω δώμα συναντήσεις και κάποια βήματα μικρά,
διστακτικές χειρονομίες, ωραία λόγια τρυφερά.

Οι αδερφές τα κουβεντιάζουν και η Αρτέμω τη ρωτά,
αν προχωρούνε οι κινήσεις, αν δείχνει πως την αγαπά,
αν έχει δώσει υποσχέσεις, άμα το σκέφτεται να ρθεί·
μεγάλο έχει ενδιαφέρον και λέει πως ανησυχεί.

Είναι πολύ νωρίς ακόμα της απαντά η Μαριγώ,
από μικρή συγκρατημένη, άτομο ήταν λογικό.
Μ’ αν αύριο το προχωρήσει  και της μιλήσει για παντρειά,
θα πει το ναι, για να κινήσει και της Αρτέμως η σειρά.

Γοργά κυλήσαν δέκα μέρες, και κάποιο σούρουπο ζεστό
η Μαριγώ, για ένα σκεύος στο καμαράκι το στενό.
Τραβάει την παλιά πορτούλα, να δει το σκεύος προσπαθεί   
και βρίσκει μπρος της την Αρτέμω στην αγκαλιά τού Νικολή!

Στέκει ακίνητη μπροστά τους, χαμένη νιώθει τη φωνή,
ένα παράπονο την πνίγει για την καλή της αδερφή.
Την αγκαλιάζει η Αρτέμω, «συγχώρεσέ με, Μαριγώ,
μια φλόγα μ’ έχει καταλάβει, δε μπόρεσα να κρατηθώ».

Κλαίνε κι οι δυο στο καμαράκι, τι πρέπει άραγε να πουν,
ποιος το περίμενε ποτέ τους, έτσι τα πράγματα να ρθούν!
Ο Νικολής εκεί στην άκρη στέκει αμίλητος σκυφτός,
στη Μαριγώ εκτεθειμένος, μεγάλος ένοχος αυτός.

Βρήκε φωνή για να μιλήσει η Μαριγώ η συνετή,
«για μένα πλέον τελειωμένη η ιστορία μου αυτή».
Γύρισε πίσω μοναχή της στο δρόμο τής υπομονής,
ξεπλένοντας τα δάκρυά της, μη καταλάβουν οι γονείς.

Αργοκυλήσανε οι μέρες, η Μαριγώ η συνετή
με περισσή μεγαθυμία συγχώρεσε την αδερφή.
Θυμήθηκε της προγιαγιάς της εκείνο το παλιό ρητό
«μη φοβηθείς ποτέ την τύχη, το κάθε εμπόδιο για καλό».

Δεν πέρασαν οχτώ βδομάδες και βγήκε νέο τυχερό,
μονάχος ήρθε ο Ευθύμης και ζήτησε τη Μαριγώ.
Τον ξέραν όλοι δουλευτάρη και συνετό και σοβαρό·
με σιγουριά και προθυμία είπε το ναι η Μαριγώ.

Τον άλλο μήνα δύο γάμοι, νύφες κι οι δύο αδερφές,
βρήκανε όλα το ρυθμό τους, πιάσανε όλες οι ευχές.
Οι αδερφές αγαπημένες περάσαν ήσυχη ζωή,
ο Νικολής και ο Ευθύμης σαν δύο φίλοι καρδιακοί!


Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Οραματιστές και ρεαλιστές



Ζωγράφοι με τις λέξεις τους οι οραματιστές 
και δείχνουνε το αύριο με χρώματα καινούρια, 
αφόβιστα με σιγουριά κινούν αγωνιστές
και στην ψυχή τους λεύτερα ακούγονται τραγούδια.

Αφόβιστα με σιγουριά κινούν αγωνιστές
και φέγγουνε αυγερινοί ανάμεσα στο πλήθος,
από κοντά φυτρώνουνε και υπονομευτές,
αυτοί που έχουν άγνωστη τη θεία λέξη ήθος.

Από κοντά φυτρώνουνε και υπονομευτές
με διαβολή και γαλιφιές κρυμμένοι μειοδότες.
Σφοδρύνουν το διμέτωπο οι συμπολεμιστές,
μπροστά ο βέβαιος εχθρός και πίσω οι προδότες.

Σφοδρύνουν το διμέτωπο οι συμπολεμιστές,
και φέρνουνε το αύριο με χρώματα καινούρια,
τα πλήθη πανηγυρικά με τους αγωνιστές.
Απλώνονται θριαμβικά τα λεύτερα τραγούδια.

Τα πλήθη πανηγυρικά με τους αγωνιστές,
και στων γιορτών τις παρυφές συσκέψεις Ιστορίας.
Στα χρώματά τους μένουνε οι οραματιστές.
Και οι ωμοί ρεαλιστές νομείς τής εξουσίας.


Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2019

Του Διός



Με λέτε παντοδύναμο, αθάνατο, αιθέριο,
φιλάνθρωπο και δίκαιο, υπέρθυμο, παναίτιο,
προπάτορα, επάκριο, εφέστιο, ευκάρπιο,
σωτήρα, αλεξίκακο, υπέρτατο και άναρχο.  

Με χίλια δυο επίθετα με φλυαροστολίζετε,
ασύστολα με γλείφετε και δούλοι αυτοχρίζεστε,
στο τελευταίο σας χωριό ναούς πολλούς μού χτίζετε,
καντήλια μού ανάβετε κι όλο με θυμιατίζετε.

Αγάλματα κι ανάγλυφα αιώνες μού σκαλίζετε,
ψωμί πολλοί δεν έχετε, για μένα όμως βρίσκετε
και βόδια να μου σφάζετε, θυσίες να προσφέρετε
και για το πιο ασήμαντο φτηνά να ικετεύετε.
Βροχή τα κυριελέησον – εσείς δε βαρεθήκατε;

Όμως…
Αν ήμουν πολυέλεος, καλός και πολυεύσπλαχνος
πώς τότε θα το άντεχα τα πλάσματα που έχτισα,
όλοι τους, ίδιοι Σίσυφοι, μονίμως ν’ αγωνίζονται,
στα βάσανα να πνίγονται, στο χάος να βυθίζονται,
από αρρώστιες άπειρες σκληρά να ταλανίζονται,
να πέφτουν στα γεράματα, αδύναμοι να σβήνουνε
και άδοξα, των σκουληκιών βορά να καταλήγουνε;

Αν ήμουνα πανάγαθος, φιλότεκνος και άγιος
πώς θ’ άφηνα του ντιενέι τα τόσα αστοχήματα,
βρέφη πολλά να κουβαλούν του κόσμου τα νοσήματα;
πώς θ’ ανεχόμουν, στον Μολώχ παιδιά να θυσιάζονται
κι από πολεμοκάπηλους πολλά να σφαγιάζονται;

Αν ήμουνα φιλάνθρωπος πώς τότε θα επέτρεπα
τυράννους και δικτάτορες, του κόσμου τα καθάρματα,
κι αυτούς που νήματα κινούν με άθλια τεχνάσματα,
εθνών ηνία να κρατούν, να φέρνουνε τον πόλεμο
και για την εξουσία τους να σπέρνουνε τον όλεθρο;

Αν ήμουν ο Δημιουργός τού σπάνιου πλανήτη σας,
πώς θα ’βλεπα να φθείρετε αυτό το ίδιο σπίτι σας,
βουνά, αέρα, θάλασσες, τα πάντα να μολύνετε,
σαν βάρβαροι να φέρεστε και ούτε να αισχύνεστε;

Να ’χα τη δυνατότητα μια ώρα να κατέβαινα,
υπάνθρωπους και βάνδαλους στο Διάβολο θα έστελνα.
Μα και αυτός ανύπαρκτος! κι έτσι δεν τους γλυτώνετε,
μαζί τους θα πορεύεστε κι όλο θα μαραζώνετε,
αφού καλοί και δίκαιοι ποτέ σας δεν ενώνεστε,
θρησκείες και φανατισμοί σάς κάνουν να διχάζεστε
και των σοφών τα ρήματα ποτέ σας δεν τ’ ασπάζεστε.

Τεμπέληδες και πονηροί δηλώσαν υπηρέτες μου,
αιώνες στο επάγγελμα ως ιεροί ικέτες μου,
αυτόκλητοι ερμηνευτές τού άγιου θελήματος,
παραμυθιών διαχειριστές, τεχνίτες τού κηρύγματος.
Κι από κοντά τους Κάλχαντες, Κασσάνδρες προαγγέλματα,
οιωνοσκόποι, ξορκιστές, σιβύλλεια μαντεύματα.

Και σεις που με μισόλογα δείχνετε ν’ αμφιβάλλετε,
καιρός από τη σκέψη σας τη σκόνη ν’ αποβάλετε,
λες κι είσαστε μικρά παιδιά, δεν έχετε συναίσθηση
πως είμαι έν’ απείκασμα, τουτέστιν μια ψευδαίσθηση!

Αφήστε πια τους Όλυμπους, τα νέφη και τα Σύμπαντα,
τις φαντασμένες τελετές, βεγγαλικά και τύμπανα.
Αναζητήστε στις καρδιές αυτό που λέτε Άνθρωπο.
Εκεί θα βρείτε το Θεό, τον Ένα, το φιλάνθρωπο!


Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2019

Στο μαντρί



Δεν το θυμάμαι τώρα πια πώς βρέθηκα μες στο μαντρί,
εδώ υπάρχουν φίλοι μου, εχθροί και φιλεχθροί.

Θέλω να βγω απ’ το μαντρί στον καθαρό αέρα,
μονάχα φίλους να θωρώ, εχθρούς να κάνω πέρα.
Άμα θα βγεις απ’ το μαντρί οι λύκοι καρτερούνε
κι οι φίλοι σου δε θα τολμούν κοντά σου να σταθούνε.
Με δυναστεύει το μαντρί, διψώ ελευθερία,
σαν νά ’χω βρόχο στο λαιμό· ως πότε ομηρία;

Αν το πιστεύεις και ποθείς  ελεύθερος να μείνεις,
η λύση είναι μόνο μια· λύκος και συ να γίνεις!


Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2019

Υπερδυνάμεις



Υπερδυνάμεις φοβερές ανταγωνίζονται
στου τρόμου την αιμάτινη αρένα,
για του ολέθρου τη στιγμή εκσυγχρονίζονται
με όπλα φανερά μα και κρυμμένα.

Με τόση δύναμη πυρός ακατανίκητη,
ο δρόμος για την κόλαση στρωμένος
η Γη να καταλήξει ακατοίκητη –
Αρμαγεδδών σιγουρεμένος.

Μ’ αν το σκεφθούνε συνετά οι οπλοκράτορες
και βάλουνε πυξίδα την ειρήνη,
της ανθρωπιάς μπορούν να είναι αυτοκράτορες
και ο πλανήτης μας παράδεισος να γίνει.

Σαν συνεργάτες τού φωτός θα καταργήσουνε
πολέμους και φωτιές στην Οικουμένη,
κρατών, φυλών τις διαφορές θα επιλύσουνε
με ζυγαριά δικαίως ρυθμισμένη.

Θα σβήσουνε τού μίσους τα κηρύγματα
και δε θ’ αφήσουνε καμιά δικτατορία,
θα συνεχίσουνε με σίγουρα τα βήματα
για μια παγκόσμια πλατιά ελευθερία.
(αφελείς πόθοι)

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019

Ορεινή ιεροσυλία



Οι Άρπυιες τεντώνουν τα φτερά τους,  
σκιάζουνε το κάλλος κορυφών,
απαίδευτα, μικρά, τ’ αφεντικά τους 
μιαίνουν το βασίλειο θεών.

Απαίδευτη, μικρή κι η Πολιτεία,
για το Ωραίον ποιος ταγός της να νοιαστεί;
Επένδυση μια ιεροσυλία!
Και η ασχήμια στα βουνά θα θρονιαστεί.

Μπετόν, συρματοπλέγματα, πυλώνες
εκεί που ίδρωνε γενναία Κλεφτουριά,
στα βράχια που ορθώνονταν αιώνες,
δε θα ζυγώνουν ούτε τ’ άγρια πουλιά.


(τερατώδεις ανεμογεννήτριες στις κορυφές των βουνών μας)
Άρπυιες: μυθολογικά τέρατα, σχετιζόμενα με τους ισχυρούς ανέμους.

Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2019

Χειρισμοί


Το ζήτημα μεγάλο, σοβαρό, 
μα χείριστος ο χειρισμός των υπευθύνων,
πλεόνασαν τα λόγια ανευθύνων 
και δόθηκε τροφή στο διχασμό.

Ο φίλος μου τυφλά κομματικός
χολώθηκε για τη δική μου θέση,
ξεχνάει χρόνων μια ωραία σχέση
κι απέναντί μου στέκεται ψυχρός.

Οι μέρες και τα χρόνια προχωρούν
κι εκείνες οι θερμές αψιμαχίες
αποκαλύπτονται απλές σκιαμαχίες!
Οι σκοπιμότητες καλά κρατούν.  

Ο φίλος μου τυφλά κομματικός
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .




Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2019

Ποιήματα αλλιώς



Σημαντικός ο ποιητής, ο λόγος του μεστός,
ευαίσθητος, ευθύβολος και κατανοητός.
Μα ήρθανε μηνύματα από τις Εσπερίες
πως πρέπει στα ποιήματα αλλιώς τις ιστορίες.

Τα πήρε τα μηνύματα, τα βρήκε βολικά·
γοργότερα τελείωναν ποιήματα πολλά!
Χαλάρωσε τα μέτρα του, ψαλίδισε τις ρίμες,
παλιοί κανόνες γίνανε παρωχημένες μνήμες.
Διάνθισε το λόγο του με λέξεις γυαλισμένες
σε σχήματα περίτεχνα σαν μετεωρισμένες.

Σημαντικός ο ποιητής, ο λόγος του μεστός,
μα τώρα μες στους στίχους του θολός ο στοχασμός.
Τα σχήματα φαντάζουνε στολίδια χρυσωμένα,
τα όποια τους νοήματα αλλιώς για τον καθένα!
(παλιές ποιητικές ιστορίες)


Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2019

Δαβίδ



Το άδικο πασίγνωστο και αποδεδειγμένο.
Ο Γολιάθ αγέρωχος, τραχύς και προπετής.
Μπροστά του βγήκε ο Δαβίδ με ύφος οργισμένο
και ζήτησε το δίκιο του να λάβει παρευθύς.

Ατάραχος ο Γολιάθ δε δίνει σημασία
και ο Δαβίδ επίμονος φωνάζει κι απαιτεί.
Κανείς δε στέκει δίπλα του, καμία συμμαχία
για το καλό και το σωστό δεν έχει συσταθεί.

Με λίγη σκέψη ο Δαβίδ ξεκίνησε αγώνα,
λες και δεν ήξερε με ποιον θα πάει να χτυπηθεί.
Χωρίς κανένα σύμμαχο, χωρίς καμιά σφεντόνα.
Ο γίγαντας τον έριξε να γκρεμοτσακιστεί.


Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2019

Τον πλησίον



Αγάπα τον πλησίον σου, αγάπα το συνάνθρωπο,
κακό γι’ αυτόν μη σκέφτεσαι, είναι φτηνό κι απάνθρωπο.
Κι αν σου φερθεί μικρόψυχα – υπόδουλος στα πάθη του –
στην άκρη βάλε το θυμό, αγνόησε τα λάθη του.

Αγάπα τον πλησίον σου, αγάπα κάθε άνθρωπο.
Μα να ’σαι πάντα έτοιμος στης βίας το παράλογο.
Εχθροί αν ξεπροβάλουνε τη γη σου να πατήσουνε,
την ακριβή τη λευτεριά να σου την καταργήσουνε,
το μίσος και τα όπλα τους, τα ήθη τ’ ακατέργαστα,
με σιγουριά να συντριβούν σε τείχη απροσπέλαστα.

Αγάπα τον πλησίον σου, μη βλάπτεις το συνάνθρωπο,
κι αν θέλει το μονόλογο, εξάντλησε το διάλογο.
Μα πάψε να ανέχεσαι το φαύλο και τον άρπαγα,
τον κάθε μισαλλόδοξο, τον άθλιο υπάνθρωπο,
που θέλει υποπόδιο του διπλανού τον τράχηλο.

Αγάπα τον πλησίον σου, μα βάλε μέτρο κι όριο
και σήκωσε ανάστημα στο κάθε φασιστόμουτρο.
Εκτός αν τον παράδεισο μονίμως ονειρεύεσαι
και σαν οσιομάρτυρας το θέλεις να λατρεύεσαι.

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2019

Αφήνοντας πίσω το μηδέν


Αλαφιασμένη η Μαριώ στο σπίτι τού Απόνη,
κοντεύει το ξημέρωμα, την πόρτα του χτυπά·
βαριά τη νύχτα αρρώστησε η κόρη της η Φόνη,
στο γείτονά της έσπευσε, βοήθεια τού ζητά.

Δυο χρόνια χήρα η Μαριώ, εξάχρονη η Φόνη,
φτωχές και μόνες στο χωριό ούτ’ έναν συγγενή,
και τώρα στην απόγνωση έτρεξε στον Απόνη,
αν και τον ξέρει άφιλο και πάντοτε βαρύ.

Δε νοιάζονταν ο γείτονας για ξένες ιστορίες,
μονάχα για το σπίτι του σωστός και τακτικός,
αμέτοχος κι αδιάφορος για τις φιλανθρωπίες,
με τους ανθρώπους τυπικός, κλειστός και μακρινός.

Μπροστά του τώρα η Μαριώ κι αυτός βαριεστημένος
με κάποιο ψέμα σκέφτηκε να την ξεφορτωθεί,
μα πάλι δε θα ήθελε να βγει εκτεθειμένος.
Και σπεύδει να παρασταθεί μονάχα από ντροπή.

Γιατροί σε ετοιμότητα αμέσως για τη Φόνη,
επέμβαση επείγουσα, το πρόβλημα οξύ.
Πνιχτό το κλάμα τής Μαριώς, ευχές για τον Απόνη
κι η προσευχή της σιωπηρή, η κόρη να σωθεί.

Τα βήματά της νευρικά, τραχιά η εμπειρία,
και ο Απόνης άκεφος στην άκρη καρτερεί·
μια ώρα η αναμονή να λήξει η ιστορία.
Και τώρα βγαίνουν γελαστοί οι δυο καλοί γιατροί.

Η Φόνη στην ανάνηψη, ο πόνος τελειωμένος,
συνέρχεται, τυλίγεται στης μάνας τη χαρά,
και ο Απόνης άφωνος στέκει απορημένος,
εικόνα που τον άγγιξε· για πρώτη του φορά!

Αυτό το βλέμμα στο χλωμό αθώο προσωπάκι
μέσα στο είναι του ορμά, του καίει τα σωθικά,
το ξέπνοο χαμόγελο στης Φόνης το χειλάκι
γίνεται λάμψη μέσα του· τι τάχα τού ξυπνά;

Με βιάση καμπανίζουνε οι χτύποι τής καρδιάς του,
ο άγνωστός του εαυτός πρώτη φορά μιλά.
Σαν το πουλί που τ’ άφησαν ν’ ανοίξει τα φτερά του
νομίζει πως υψώνεται στα σύννεφα ψηλά.

Πολλές χαρές είχε γευτεί στην ήσυχη ζωή του
για πράγματα, για χρήματα και για καλές δουλειές,
μα τώρα αυτό το νέο φως στα βάθη τής ψυχής του
του δείχνει κείνες τις χαρές ασήμαντες μικρές.

Πόση να είχε δύναμη ένα αθώο βλέμμα
να φέρει επανάσταση σε άνθρωπο ψυχρό;
Από το άψυχο μηδέν να βγει καινούριο πνεύμα,
λες κι ήρθε η ανάσταση σε ζωντανό νεκρό!

Μετά από χρόνια τα παιδιά ακούν την ιστορία
για κάποιον που τον έλεγαν Απόνης ο ψυχρός,
πώς άλλαξε απότομα σε κάποια συγκυρία
και τ’ όνομα το γύρισαν Συμπόνης ο θερμός…




Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2019

Ιεροσυλία



Αγάλματα, κιονόκρανα λεπτοτεχνουργημένα,
συνθέσεις και συμπλέγματα γλυπτών μοναδικών,
διαδήματα ανθότευκτα με πάθος σμιλεμένα.
Ανθρώπων έργα άραγε ή μήπως των θεών;

Τα πρόσωπα να δείχνουνε πως θέλουν να μιλήσουν,
στα σώματα ακόμα και τα ίχνη των φλεβών,
τα ρούχα τα πολύπτυχα θαρρείς θα κυματίσουν,
αλόγων λες και θ’ ακουστεί ο ήχος καλπασμών.

Πώς μπόρεσαν στο μάρμαρο επάνω να κεντήσουν;
Ανθρώπων έργα άραγε ή μήπως των θεών;

Και βρέθηκαν ξενόφερτοι αδίστακτοι αγύρτες
πριόνια ν’ ακουμπήσουνε σ’ αυτά τα ιερά,
το κάλλος ως εμπόρευμα ν’ αρπάξουνε οι γύπες,
χυδαίοι ιερόσυλοι για βέβηλα λεφτά.

Κι αν άλλη τότε εποχή και βέβηλοι εμπόροι,
επίγονοί τους σήμερα, επίσημοι θεσμοί
χωρίς καμία ενοχή, κοινοί κλεπταποδόχοι
μπροστά σ’ αυτά τα άγια να στέκουν σοβαροί!


Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2019

Πρόγονοι



Ακίνητοι στους τοίχους μάς κοιτούνε  
οι πρόγονοι, ποτέ δε μας αφήνουν,
γλυκόπικρα τη μνήμη μάς κεντούνε
και νιώθουμε ακόμα πως μας δίνουν.

Τα πρόσωπά τους χαραγμένα,
τις πονεμένες μαρτυρούν ζωές τους,
κρατούν τα χείλη τους σφιγμένα
στις σοβαρές φιλήσυχες μορφές τους.

Κι αν φεύγουνε μακριά τα χρόνια,
θερμές μάς συνοδεύουν οι ευχές τους,
σαν φάροι για παιδιά και για εγγόνια
φωτίζουνε το ίσιο οι συμβουλές τους.


Σάββατο 31 Αυγούστου 2019

Στις ράγες



Άλλοι ως εθελόδουλοι τυφλής θρησκοληψίας,
άλλοι ως εθελόμηροι της κομματοληψίας,
ευθύγραμμα πορεύονται στις ράγες των δογμάτων,
ανένδοτοι και αρνητές των επιχειρημάτων.

Τα βέλη τους φαρμακερά για προβληματισμένους,
οι ετικέτες ηχηρές για στοχοποιημένους:
Αμαρτωλοί, αιρετικοί, αγύρτες, αποστάτες,
στασιαστές, ρεφορμιστές, πράκτορες, εφιάλτες.

Απάνθρωποι αφορισμοί, σκαιές αποκηρύξεις,
μα για καλό και δίκαιο πληθώρα διακηρύξεις.


Τετάρτη 21 Αυγούστου 2019

Ρητορικά



Ποια ευαισθησία έχουν οι διεκπεραιωτές;
Πόση ανθρωπιά διαθέτουν ξένων τοποτηρητές;
Πόσο αξιοπρεπείς εκείνοι οι βαλτοί διαλαλητές;
Πόσην Ιστορία ξέρουν λογιστές-διαχειριστές; 
Πώς μιλούνε για πατρίδα άφρονες εκποιητές;

(Πλείστοι τούτων εκλεγμένοι,
λίαν επιβραβευμένοι·
ενιαίον καθεστώς!
Κεκρυμμένη η αιδώς.)


Τρίτη 13 Αυγούστου 2019

Να μη σβηστούν



Ανόρεχτος ο φίλος,
κουβέντα δε διπλώνει,
μονάχα λίγες λέξεις
και όλο αραιώνει.

Ποιος ξέρει τι να τρέχει,
πού τον τραβά η Τύχη.
Ποια σκέψη τον κατέχει,
μπορεί μια κρύφια λύπη.

Σπανίζει πια ο φίλος,
μα συ μην τον ξεγράψεις,
μπορεί να του περάσει,
δεν πρέπει να τον χάσεις.

Εκείνες οι ωραίες
κοινές σας συγκινήσεις
σαν παρακαταθήκη·
μη σβήσεις αναμνήσεις.


Πέμπτη 8 Αυγούστου 2019

Της αγάπης το κίνημα



Τακτικές συναντήσεις και χίλια ζητήματα,
συζητήσεις για τέχνη, βιβλία, αισθήματα,
καθαρές διαπιστώσεις για ήθη και δέοντα·
φανερά τα ωραία κοινά ενδιαφέροντα.

Τακτικές συναντήσεις, γλυκιά η προσέλκυση,
σαν μπουμπούκι αργό μυστική η προσέγγιση.
Γνωριμίες πολλές τόσα χρόνια στη ζήση τους,
μα καμιά ταιριαστή στην ανήσυχη φύση τους.

Τακτικές συναντήσεις, του χρόνου παιχνίδισμα,
ευγενών αισθημάτων πηγαίο ξεχείλισμα.
Ξαφνικά μία λέξη εκείνη, γλυκύτατη,
μία λέξη αμέσως κι εκείνος, ευθύτατη.

Άλλη λέξη καμιά, δευτερόλεπτα άφωνα,
σιγουριά στην ψυχή τους, αισθήματα διάφανα,
στα υγρά τους τα μάτια ξεκάθαρο μήνυμα.
Κι ένα πρώτο φιλί· της αγάπης το κίνημα!                          
                               

Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

Να γυρίζω



Η ανάγκη μεγάλη. Και τ’ άφησα όλα.

Τη ζωή τής αυλής μας. Τη γέρικη δάφνη,
τη ροδιά μας που έλαμπε στη γειτονιά,
τις βιολέτες που μόνη της φύτευε η Φάνη,
τις κρυψώνες που στήναμε μες στα κλαδιά,
την πετρόχτιστη βρύση, το άσπρο γεράνι,
το σπιτάκι τού Μπελ στης μηλιάς τη σκιά.

Δεκαπέντε τα χρόνια μου μέσα στην πόλη,
η ζωή μου σε χρώματα γκρι,
κάθε νύχτα γυρνώ στο μικρό περιβόλι,
η λαχτάρα με τρέχει εκεί.

Επιμένεις κι εσύ, ποιητή με τις ρίμες,
να κεντάς με τους στίχους ζωή γελαστή.
Στο διαμέρισμα τοίχοι, βαριές οι κουρτίνες,
υψωμένη μπροστά μου μπετόν-φυλακή.

Αχ και να ’χα εκεί μιαν αγάπη,
σαν εκείνη την πρώτη, που άγουρα έχασα.
Στα «καλά» να γυρνούσα την πλάτη,
και να βρω τα παλιά μου που ξέρω πώς πέρασα.

Ποιητή, μη μ’ αφήνεις,
βάζε ρίμες πολλές στην πεζή μου ζωή.
Έστω μόνο τις άδειες μου νύχτες
να γυρίζω εκεί!


Δευτέρα 22 Ιουλίου 2019

Πυρίκαυστο ληξιαρχείο



Πεύκα και σπίτια στ’ ωραίο τοπίο,
κόποι και χρήμα πλουσίων, φτωχών,
των οικοπέδων φθαρμένο αρχείο,
οικοδομήσεις ανόμων νυκτών.

Σχέδιο ανύπαρκτο, δρόμοι – παγίδες
σαν το συμφέρον κι εκείνοι στενοί,
πεύκα και σπίτια κλεισμένες βαλβίδες,
για το μεθαύριο ποιος να σκεφτεί;

Χρόνο το χρόνο πληθώρα ενδείξεις
κάποια φωτιά θα ξεσπούσε κι εδώ,
συναρμοδίων τα ήξεις αφήξεις
και ο καθείς στο δικό του εγώ.

Πεύκα και σπίτια στ’ ωραίο τοπίο,
αβελτηρία αχρείας σιωπής.
Τώρα πυρίκαυστο ληξιαρχείο·
το αναπόφευκτο της πληρωμής.

(τραγωδία Ιουλίου 2018)   


Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

Το δια ταύτα



Οι αναλύσεις πολλαπλές, οι διαπιστώσεις καθαρές,
κανείς δεν αντιλέγει.
Του παρελθόντος τα τερπνά και του παρόντος τα δεινά
καθένας πια τα ξέρει.

Από την άλλη οι εχθροί βυσσοδομούν και καρτερούν
την όποια ευκαιρία,
οι φίλοι και οι σύμμαχοι ωραία λόγια εκφωνούν,
παλιά τους ιστορία.

Το δέον στέκει μακρινό, αδημονεί το εφικτό,
ο χρόνος βγάζει κάρτα.
Αγωνιά ο στοχαστής, κραυγάζει ο ρεαλιστής.
Και μένει το δια ταύτα…


Κυριακή 7 Ιουλίου 2019

Στο έλεος των τροπών



Χωρίς να εξετάσουνε,
ανεύθυνα δεχτήκανε εταίρων προτροπή,
αστόχαστα υπέγραψαν
αυτά που υπαγόρευσε η ξένη επιτροπή.

Αδιάβαστοι κι ασύνετοι
κατέλυσαν το Σύνταγμα χωρίς καμιά ντροπή
και κάποια λόγια ψέλλισαν
πως ήταν μία πρόσκαιρη αθώα εκτροπή.

Οι άλλοι που διακήρυσσαν
πως έχουνε τη βούληση για την αποτροπή,
τα ίδια τα συνέχισαν
και της αρρώστιας σέρνεται κρυφή υποτροπή.

Αν θα βρεθούν μπροστάρηδες
με ήθος και με σύνεση για την ανατροπή,
πόσοι θα σπεύσουν πρόθυμοι,
ενώ οι ξένοι απαιτούν: καμιά μετατροπή;

Μπροστάρηδες δε φαίνονται·
να φταίνε μόνον οι καιροί;

Μες στο τοπίο τής βροχής
οι μεν κι οι δε θα φωνασκούν για θώκους εκ περιτροπής
και οι λοιποί σαν θεατές
θα βλέπουνε να σέρνεται το άγος τής παρεκτροπής.

Κυριακή 16 Ιουνίου 2019

Ένας γιατρός



Καλός ο γιατρός και το ’μάθαν πολλοί,
οι άνθρωποι πάσχουν και τρέχουν,
μικροί και μεγάλοι φοβούνται πολύ,
ξοδεύουν κι αυτοί που δεν έχουν.

Διπλώνουν κουβέντες και λένε πολλά,
καθένας και μια ιστορία.
Για σένα, γιατρέ μου, τα λένε θολά
πως έχεις μιαν άλλη για πρώτη αξία.

Κι εγώ απ’ ανάγκη σε βρήκα, γιατρέ,
και τώρα με τρώει μια λύπη.
Να είσαι καλός, να είσαι γνωστός,
μα κάτι ωραίο να λείπει.

Αξίες ωραίες να μένουν κενές,
κρυάδα να νιώθουν οι γύρω ψυχές.
Και πρώτη αξία το άφιλο χρήμα.
Τι κρίμα, γιατρέ μου, τι κρίμα!