Ο εχθρός προχωρούσε αργά, σταθερά
και τα σχέδια του ήταν σε όλους γνωστά,
μα εκείνοι κοιτούσαν δικές τους δουλειές,
η φροντίδα τους έφτανε ως τις αυλές.
Ο εχθρός προχωρούσε χωρίς δισταγμούς,
αντιστάσεις δεν έβρισκε, λίγους φρουρούς,
και οι άλλοι κοιτούσαν δικές τους δουλειές,
συντηρούσαν διχόνοιες – φαιδρές διαφορές.
Ο εχθρός ανεμπόδιστα βγήκε μπροστά
ιταμός· γην
και ύδωρ και πάλι ζητά,
νέα όπλα κραδαίνει, πολλά απαιτεί
και με λόγια ασύστολα τους απειλεί.
Ο εχθρός ανεμίζει σημαίες παλιές
και σε χάρτες καινούριους χαράζει γραμμές,
θεωρεί τις συνθήκες χαρτιά περιττά,
με της βίας τη γλώσσα μονάχα μιλά.
Ο εχθρός παίρνει θέση για μάχη απλή,
οι απέναντι ξέρει πως είναι νωθροί,
ξεκινάει επίθεση με σιγουριά,
προχωράει στα σύνορα μια δρασκελιά.
Ξαφνικά οι απέναντι τώρα ξυπνούν,
τους μικρούς αρχηγούς στο λεπτό ξεπερνούν,
τον εχθρό σταματούνε στις πύλες μπροστά
και τον σπρώχνουν να φύγει ξανά μακριά.
Οι αδιάφοροι γίνονται πια ενεργοί,
λιγοστοί απομένουν ακόμα νωθροί.
Σ’ έναν ύπνο βαθύ είχαν πέσει οι πολλοί
και η χώρα τους βούλιαζε στην παρακμή.
Αρχηγούς ικανούς δε μπορούνε να βρουν,
μα καινούρια πορεία με πάθος ζητούν.
Ένα δίδαγμα μέγα τούς φέρνει ο καιρός:
Γρηγορείτε! αισχρός παραμένει ο εχθρός.
(παλιές επαναλαμβανόμενες
ιστορίες)