Τα
χρόνια μου πέρασαν, όλα το δείχνουν,
σημάδια
πολλά στο κορμί φανερά,
ιών
εποχές στο κρεβάτι με ρίχνουν,
πολλά
τού Καβάφη σβησμένα κεριά.
Και
ήθελα τόσα ακόμα να κάνω,
μα
ήσαν οι μέριμνες πάντα πολλές.
Με χέρι
τρεμάμενο ό,τι κι αν πιάνω·
στην
άκρη θα μείνουν ωραίες δουλειές.
Τα
χρόνια μου πέρασαν, φύγαν για πάντα,
του
χρόνου οι δείκτες ποτέ σταθεροί.
Αν
μέναμε στάσιμοι πριν τα σαράντα,
αν
ήμασταν όλοι μονίμως γεροί!
Σοφέ
παντοδύναμε, που σε υμνούμε
και
όπου κοιτάξεις υπάρχει ναός,
δε θά
’ταν καλύτερα να μη γερνούμε
και
άγνωστη νά ’ναι η λέξη νεκρός;
(Χιλιάδες
αιώνες κι ακόμα η Φύση
οδεύει
σε δρόμο που μένει στενός,
μπορεί
κάποια μέρα να βρει άλλη λύση
και
άγνωστη νά ’ναι η λέξη νεκρός;)