Δεν τόλμησε ο Άλφα να μιλήσει,
κι ας πίστευε τη γνώμη του σωστή,
κι ας ήταν ικανός να καταδείξει
την αταξία· σε πολλούς ήταν γνωστή.
Δεν τόλμησε ο Άλφα να φωνάξει,
να πει για την πορεία τη στραβή,
δε θ’ άντεχε ποτέ του να εισπράξει
το ου! τη ρετσινιά τού διασπαστή.
Ακόμα μια συνέλευση – φενάκη,
της ηγεσίας η ομάδα ισχυρή.
Το νιώθει ότι σπρώχνεται στην άκρη,
των ιδεών του η αλήθεια οχληρή.
Αραιωμένες είναι τώρα οι συνάξεις,
τα πάντα, λένε, έχουν ειπωθεί,
τετελεσμένα υποχθόνιες συμπράξεις,
εκείνοι έχουν πια εδραιωθεί.
Του Άλφα τυπική η παρουσία,
τα όνειρα τού γίνανε πληγή.
Τον πνίγει των πολλών η αφωνία.
Κι όλο γυρνάει στο μυαλό του η φυγή.
…… ……
…… ……
(Κι ύστερα ο Β, ο Γ, ο Δ ...
Στίχοι γραμμένοι πριν πολλά χρόνια,
και δε θέλουν να παλιώσουν.)